ΦΑΝΤΑΡΟΣ ΣΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ, ΦΑΝΤΑΡΟΣ ΣΤΟ ΣΤΡΑΤΟ, ΦΑΝΤΑΡΟΣ ΚΑΘΕ ΜΕΡΑ ΓΙΑ ΤΟ ΑΦΕΝΤΙΚΟ
Σ' ΑΥΤΟΥΣ ΤΟΥΣ ΔΡΟΜΟΥΣ, Σ' ΑΥΤΗΝ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑ, ΟΙ ΕΞΕΓΕΡΣΕΙΣ ΓΙΝΟΝΤΑΙ, ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΟΥΤΟΠΙΑ

Δευτέρα 18 Μαΐου 2009

Έγκλημα και Τιμωρία-Ερρίκο Μαλατέστα

Κάθε αναρχικός προπαγανδιστής γνωρίζει καλά τις
κύριες ενστάσεις: ποιος θα κρατά υπό έλεγχο τους εγκληματίες
[στην αναρχική κοινωνία]; Κατά την γνώμη μου, οι
ανησυχίες είναι υπερβολικές, επειδή η εγκληματικότητα
είναι ένα φαινόμενο ήσσονος σημασίας, εν σχέσει προς
την ευρύτητα των ανέκαθεν υφιστάμενων και γενικών
κοινωνικών πραγματικοτήτων. Μπορεί κανείς να πιστεύει
στην αυτόματη εξαφάνιση της ως αποτέλεσμα της αύξησης
της υλικής ευημερίας και της εκπαίδευσης, για να μην
αναφέρουμε τις προόδους στην παιδαγωγική και -έην ιατρική.
Ωστόσο, όσο αισιόδοξοι και αν είμαστε και όσο
ρόδινο και αν μας φαίνεται το μέλλον, γεγονός παραμένει
ότι η εγκληματικότητα και ο φόβος του εγκλήματος εμποδίζουν
σήμερα τις ειρηνικές κοινωνικές σχέσεις και,
οπωσδήποτε, δεν θα εξαφανισθούν από την μια στιγμή
στην άλλη, μετά από μια επανάσταση, όσο ριζοσπαστική
και ολόπλευρη και αν αποδειχθεί ότι είναι αυτή. Θα μπορούσαν
να αποτελέσουν ακόμη και την αιτία αναταραχής
και αποσύνθεσης σε μια κοινωνία ελεύθερων ανθρώπων,
όπως ακριβώς ένας ασήμαντος κόκκος άμμου μπορεί να
σταματήσει την λειτουργία της τελειότερης μηχανής.
Αξίζει τον κόπο και είναι όντως αναγκαίο να εξετάσουν
οι αναρχικοί το πρόβλημα λεπτομερέστερα απ' ό,τι
συνήθως κάνουν, όχι μόνο για να αντιμετωπίσουν καλύτερα
μια λαϊκή «ένσταση», αλλά και για να μην βρεθούν
προ δυσάρεστων εκπλήξεων και επικίνδυνων αντιφάσεων.
Φυσικά, τα εγκλήματα στα οποία αναφερόμαστε είναι
οι αντικοινωνικές πράξεις, δηλαδή εκείνες οι οποίες
προσβάλλουν τα ανθρώπινα αισθήματα και παραβιάζουν
το δικαίωμα των άλλων στην ισότητα εν ελευθερία, και
όχι το πλήθος των πράξεων τις οποίες τιμωρεί ο ποινικός
κώδικας, απλώς επειδή προσβάλλουν τα προνόμια των
κυρίαρχων τάξεων.1
Κατά την γνώμη μου, έγκλημα είναι κάθε πράξη η
οποία τείνει συνειδητά να αυξήσει τα ανθρώπινα δεινά,
είναι η παραβίαση του δικαιώματος όλων στην ισότιμη
ελευθερία και στην μέγιστη δυνατή απόλαυση της υλικής
και ηθικής ευημερίας.
Γνωρίζουμε ότι, έχοντας έτσι ορίσει την εγκληματικότητα,
είναι πάντοτε δύσκολο ακόμη και για εκείνους οι
οποίοι αποδέχονται αυτόν τον ορισμό, να καθορίσουν
πραγματικά ποιες πράξεις είναι εγκληματικές και ποιες
όχι, διότι οι απόψεις των ανθρώπων διαφέρουν ως προς το
τί προκαλεί οδύνη ή ευτυχία, τί είναι καλό και τί κακό,
εκτός από την περίπτωση εκείνων των αποτρόπαιων
εγκλημάτων τα οποία, λόγω τού ότι προσβάλλουν θεμελιώδη
ανθρώπινα αισθήματα, είναι καθολικά καταδικαστέα.
2
Φαντάζομαι ότι ουδείς θα μπορούσε, θεωρητικώς, να
αρνηθεί ότι η ελευθερία, η οποία γίνεται κατανοητή με
αυτήν την έννοια της αμοιβαιότητας, αποτελεί την βασική
προϋπόθεση κάθε πολιτισμού της «ανθρωπότητας»•
ωστόσο, μόνον η αναρχία αντιπροσωπεύει την λογική και
πλήρη υλοποίηση της. Βάσει αυτής της υπόθεσης, εγκληματεί
-όχι εναντίον της φύσης ή ως συνέπεια ενός μεταφυσικού
νόμου, αλλά εναντίον των συνανθρώπων του και
επειδή προσβάλλονται τα συμφέροντα και τα αισθήματα
άλλων- όποιος παραβιάζει την ισότιμη ελευθερία των
άλλων. Όσο δε θα υπάρχουν τέτοιοι άνθρωποι, θα πρέπει
να υπερασπίζουμε τον εαυτό μας.3
Αυτή η αναγκαία άμυνα εναντίον όσων παραβιάζουν
όχι την καθεστηκυία τάξη [status quo] αλλά τα βαθύτερα
αισθήματα που διαφοροποιούν τους ανθρώπους από τα
θηρία, είναι μια από τις προφάσεις με τις οποίες οι κυβερ-
νήσεις δικαιολογούν την ύπαρξη τους. Πρέπει να εξαλείψουμε
κάθε κοινωνική αιτία του εγκλήματος, πρέπει να
καλλιεργήσουμε στον άνθρωπο τα αδελφικά αισθήματα
και τον αλληλοσεβασμό• πρέπει, όπως έλεγε ο Φουριέ, να
αναζητηθούν πρακτικές εναλλακτικές λύσεις εις ό,τι
αφορά το έγκλημα. Αλλά εάν και εφ' όσον θα υπάρχουν
εγκληματίες, είτε οι άνθρωποι θα βρίσκουν τα μέσα και
θα έχουν το σθένος να υπερασπίζουν άμεσα τον εαυτό
τους απέναντι τους, είτε θα επανεμφανίζονται η αστυνομία
και οι δικαστές, και, μαζί τους, η κυβέρνηση.
Κανένα πρόβλημα δεν λύνεται με το να αρνούμεθα
την ύπαρξη του.4
Δικαιολογημένα μπορεί κανείς να φοβάται ότι αυτή η
αναγκαία κατά του εγκλήματος άμυνα θα μπορούσε να
αποτελέσει την απαρχή και το πρόσχημα ενός νέου συστήματος
καταπίεσης και προνομίων. Αποστολή των
αναρχικών είναι να φροντίσουν να μην συμβεί κάτι τέτοιο.
Αναζητώντας τις αιτίες κάθε εγκλήματος και καταβάλλοντος
κάθε προσπάθεια για την εξάλειψη τους• καθιστώντας
αδύνατον σε οιονδήποτε να αντλεί προσωπικά
οφέλη από την εξιχνίαση του εγκλήματος• αφήνοντας τις
ίδιες τις ενδιαφερόμενες ομάδες να λαμβάνουν όποια μέτρα
κρίνουν απαραίτητα για την άμυνα τους και συνηθίζοντας
να θεωρούμε τους εγκληματίες αδέλφια μας που
έχουν παρεκτραπεί, ασθενείς που χρειάζονται στοργική
θεραπεία, όπως θα την προσφέραμε παραδείγματος χάριν
σε κάποιον υδρόφοβο ή επικίνδυνο μανιακό, θα γίνει
εφικτός ο εναρμονισμός της πλήρους ελευθερίας όλων με
την άμυνα εναντίον εκείνων οι οποίοι εμφανώς αποτελούν
γι' αυτήν κίνδυνο και απειλή.
Προφανώς αυτό θα καταστεί δυνατόν, όταν το
έγκλημα περιορισθεί σε σποραδικές, μεμονωμένες και
πραγματικά παθολογικές περιπτώσεις. Εάν αλήθευε ότι οι
εγκληματίες είναι υπερβολικά πολλοί και ισχυροί, εάν, επί
παραδείγματι, ήταν ό,τι είναι σήμερα [1922] η αστική
τάξη και ο φασισμός, τότε δεν τίθεται θέμα συζήτησης για
το τί θα κάνουμε σε μια αναρχική κοινωνία.5
Με την πρόοδο του πολιτισμού και των κοινωνικών
σχέσεων, με την αυξανόμενη επίγνωση της ανθρώπινης
αλληλεγγύης η οποία συνενώνει την ανθρωπότητα, με την
ανάπτυξη της ευφυΐας και την εκλέπτυνση των αισθημάτων,
υπάρχει οπωσδήποτε και μια αντίστοιχη ανάπτυξη •
των κοινωνικών καθηκόντων, και πολλές ενέργειες τις
οποίες θεωρούσαν καθαρώς ατομικά δικαιώματα και ανεξάρτητες
παντός συλλογικού ελέγχου, θα θεωρηθούν, και
όντως ήδη θεωρούνται, ζητήματα που επηρεάζουν τον
καθένα, και πρέπει, επομένως, να επιλύονται σύμφωνα με
το γενικό συμφέρον. Παραδείγματος χάριν, ακόμη και
στους καιρούς μας, οι γονείς δεν επιτρέπεται να κρατούν
τα παιδιά τους στην άγνοια και να τα ανατρέφουν με
τρόπο επιζήμιο για την ανάπτυξη και την μελλοντική ευημερία
τους. Κανένα άτομο δεν επιτρέπεται να ζει μέσα
σε άθλιες συνθήκες, αδιαφορώντας για εκείνους τους κανόνες
υγιεινής οι οποίοι μπορούν να επηρεάσουν την
υγεία των άλλων: δεν επιτρέπεται να έχει κάποιος μια μολυσματική
ασθένεια και να μην την θεραπεύει. Σε μια
μελλοντική κοινωνία θα θεωρείται καθήκον η επιδίωξη
της διασφάλισης τού καλού όλων, όπως ακριβώς θα θεωρείται
κατακριτέο να τεκνοποιεί κανείς, αν θα συντρέχουν
λόγοι να πιστεύει ότι το παιδί θα είναι φιλάσθενο και
δυστυχισμένο. Όμως, αυτή η συναίσθηση των καθηκόντων
μας απέναντι στους άλλους, και εκείνων απέναντι σε
μας, πρέπει να αναπτυχθεί σύμφωνα με τις κοινωνικές
μας αντιλήψεις, χωρίς άλλες έξωθεν κυρώσεις πλην της
επιδοκιμασίας ή της απόρριψης των συμπολιτών μας. Ο
σεβασμός, η επιθυμία για την ευημερία των άλλων, πρέπει
να διαποτίσουν τα έθιμα και να μην εκδηλώνονται ως
καθήκοντα, αλλά ως η φυσιολογική ικανοποίηση των
κοινωνικών συμφερόντων.
Υπάρχουν ορισμένοι οι οποίοι θα βελτίωναν την ηθική
των ανθρώπων δια της βίας, οι ίδιοι θα έβλεπαν με ευχαρίστηση
την εισαγωγή ενός άρθρου στον ποινικό κώδικα
για κάθε πιθανή ανθρώπινη πράξη και θα τοποθετούσαν
έναν χωροφύλακα δίπλα σε κάθε νυφικό κρεβάτι και σε
κάθε τραπέζι. Όμως, οι άνθρωποι αυτοί, όταν στερούνται
των κατασταλτικών δυνάμεων για να επιβάλουν τις ιδέες
τους, δεν κατορθώνουν παρά να γελοιοποιούν τα καλύτερα
πράγματα, και όταν έχουν την δύναμη να διατάζουν,
καθιστούν μισητό ο,τιδήποτε καλό και ενθαρρύνουν την
αντίδραση... Κατά την γνώμη μας, η εκτέλεση των κοινω-
νικών καθηκόντων πρέπει να είναι μια εθελοντική πράξη
και ο καθένας πρέπει να έχει το δικαίωμα να επεμβαίνει
χρησιμοποιώντας υλική βία μόνον εναντίον εκείνων οι
οποίοι προσβάλλουν άλλους βιαίως, εμποδίζοντας τους
να ζουν ειρηνικά. Η βία, ο φυσικός εξαναγκασμός, πρέπει
να χρησιμοποιούνται μόνο για την απόκρουση βίαιων
επιθέσεων και για κανέναν άλλον λόγο πέραν εκείνου της
αυτοάμυνας.
Ποιος όμως θα κρίνει; Ποιος θα παράσχει την αναγκαία
άμυνα; Ποιος, τέλος, θα αποφασίσει ποιά μέτρα
εξαναγκασμού πρέπει να χρησιμοποιηθούν; Δεν βλέπουμε
κανέναν άλλον τρόπο από το να το αφήσουμε στα ενδιαφερόμενα
μέρη, στον λαό, δηλαδή στην μάζα των πολιτών
οι οποίοι θα ενεργούν με διαφορετικούς τρόπους, ανάλογα
με τις περιστάσεις και σύμφωνα με τους διάφορους
βαθμούς κοινωνικής ανάπτυξης τους. Προ πάντων, πρέπει
να αποφύγουμε την δημιουργία ειδικευμένων στο έργο
της αστυνόμευσης σωμάτων πιθανώς να υπάρξουν κάποιες
απώλειες όσον αφορά την κατασταλτική αποτελεσματικότητα,
αλλά έτσι θα αποφύγουμε την δημιουργία
του οργάνου κάθε τυραννίας.
Δεν πιστεύουμε στο αλάθητο, ούτε και στην καλοσύνη
των μαζών γενικώς. Απεναντίας. Οπωσδήποτε, ακόμη
λιγότερο πιστεύουμε στο αλάθητο και στην καλοσύνη
εκείνων οι οποίοι καταλαμβάνουν την εξουσία και νομο- •
θετούν, οι οποίοι εδραιώνουν και διαιωνίζουν τις ιδέες και
τα συμφέροντα που επικρατούν σε κάθε δεδομένη στιγμή.
Από κάθε άποψη, η αδικία και η παροδική βία εκ μέρους
των ανθρώπων είναι προτιμότερες από τον σιδηρούν
κανόνα, την νομιμοποιημένη κρατική βία των δικαστών
και της αστυνομίας.
Είμαστε, οπωσδήποτε, μία μόνο από τις δυνάμεις που
δρουν στην κοινωνία, και η Ιστορία θα προχωρήσει, όπως
πάντοτε, προς την κατεύθυνση της συνισταμένης όλων
των [κοινωνικών] δυνάμεων.6
Πρέπει να αναμένουμε ένα κατάλοιπο εγκληματικότητας
...το οποίο ευελπιστούμε πως θα εξαφανισθεί σχετικώς
γρήγορα, αλλά το οποίο, εν τω μεταξύ, θα υποχρεώσει
την μάζα των εργατών να αναλάβει αμυντική δράση.
Απορρίπτοντας οποιεσδήποτε αντιλήψεις περί τιμωρίας
και εκδίκησης, οι οποίες εξακολουθούν να κυριαρχούν
στο ποινικό δίκαιο, και καθοδηγούμενοι μόνον από την
ανάγκη για αυτοάμυνα και την επιθυμία αποκατάστασης,
πρέπει να αναζητήσουμε τα μέσα επίτευξης του σκοπού
μας, χωρίς να διατρέξουμε τον κίνδυνο της εξουσιαστικό-
τητας, ερχόμενοι έτσι σε αντίφαση με το σύστημα ελευθερίας
και ελεύθερης βούλησης επί του οποίου
επιθυμούμε να οικοδομήσουμε την νέα κοινωνία.7
Για τους εξουσιαστές και τους πολιτικούς, το ζήτημα
είναι απλό: ένα νομοθετικό σώμα για να ταξινομεί τα
εγκλήματα και να καθορίζει τις ποινές• μια αστυνομική
δύναμη για να διώκει τους εγκληματίες• ένα δικαστικό
σώμα για να τους δικάζει και μια υπηρεσία φυλακών για
να τους κάνει να υποφέρουν. Και όπως είναι κατανοητό,
το νομοθετικό σώμα προ πάντων επιδιώκει, μέσω των
ποινικών του νόμων, να υπερασπισθεί το κατεστημένο
συμφέρον το οποίο εκπροσωπεί, και να προστατεύσει το
κράτος από εκείνους που επιδιώκουν να το «υπονομεύσουν
». Το αστυνομικό σώμα υπάρχει για να καταπνίγει το
έγκλημα και, έχοντας επομένως συμφέρον από την συνεχή
ύπαρξη του εγκλήματος, καθίσταται προκλητικό και
καλλιεργεί στους αξιωματικούς του επιθετικά και διεστραμμένα
ένστικτα• το δικαστικό σώμα επίσης επιβιώνει
και ευημερεί χάρις στο έγκλημα και τους εγκληματίες και
υπηρετεί τα συμφέροντα της κυβέρνησης και της άρχουσας
τάξης, αποκτώντας, κατά την πορεία άσκησης της
λειτουργίας του, έναν ειδικό τρόπο συλλογιστικής που το
μετατρέπει σε μια μηχανή επιδίκασης των μεγαλύτερων
ποινών που μπορεί στον μέγιστο δυνατό αριθμό ανθρώπων.
Οι δεσμοφύλακες είναι, ή γίνονται, αναίσθητοι
μπροστά στα βάσανα των κρατουμένων και, στην καλύτερη
περίπτωση, εφαρμόζουν παθητικά τον κανονισμό
χωρίς ούτε μια σπίθα ανθρώπινου αισθήματος. Διαπιστώνουμε
τα αποτελέσματα στις στατιστικές περί εγκληματικότητας.
Οι ποινικοί νόμοι άλλαξαν, το αστυνομικό και
το δικαστικό σώμα αναδιοργανώθηκαν, το σύστημα των
φυλακών αναμορφώθηκε ...και η εγκληματικότητα επιβιώνει
και αντιστέκεται σε κάθε απόπειρα εξάλειψης ή
μείωσης της. Αυτό ισχύει τόσο για το παρελθόν όσο και
για το παρόν, και πιστεύουμε ότι θα ισχύει και στο
μέλλον, αν δεν αλλάξει εκ θεμελίων η αντίληψη περί
εγκλήματος και δεν καταργηθούν όλοι οι οργανισμοί που
αποζούν από την πρόληψη και την καταστολή της
εγκληματικότητας.8
Στην Γαλλία υπάρχουν αυστηροί νόμοι κατά της
εμπορίας ναρκωτικών και των χρηστών. Και όπως συμβαίνει
πάντοτε, η μάστιγα μεγαλώνει και εξαπλώνεται
παρά τους νόμους και ίσως εξ αιτίας των νόμων. Το ίδιο
συμβαίνει στην υπόλοιπη Ευρώπη και στην Αμερική. Ο
Δρ. Κορτουά Σιφύ της Γαλλικής Ιατρικής Ακαδημίας, ο
οποίος, ήδη πέρυσι [1921], είχε κρούσει τον κώδωνα για
τους κινδύνους της κοκαΐνης, σημειώνοντας την αποτυχία
της ποινικής νομοθεσίας, απαιτεί τώρα ...νέους και
αυστηρότερους νόμους.
Πρόκειται για το παλαιό σφάλμα των νομοθετών,
παρά την εμπειρία η οποία δείχνει ότι οι νόμοι, όσο βάρβαροι
και αν είναι, ποτέ δεν χρησίμευσαν στο να συντριβεί
το κακό ή να καταπολεμηθεί η εγκληματικότητα. Όσο
αυστηρότερες θα είναι οι ποινές που θα επιβάλλονται
στους χρήστες και στους διακινητές κοκαΐνης, τόσο θα
μεγαλώνει η γοητεία του απαγορευμένου καρπού, η σαγήνη
των κινδύνων στους οποίους εκτίθεται ο χρήστης,
και τόσο μεγαλύτερα θα είναι τα κέρδη που θα
αποκομίζουν οι άπληστοι για χρήμα κερδοσκόποι.
Είναι ανώφελο, επομένως, να περιμένουμε κάτι από
τον νόμο. Θα πρέπει να προτείνουμε μια άλλη λύση.
Αφήστε ελεύθερη την χρήση και την πώληση της κοκαΐ-
νης [από κάθε περιορισμό] και ανοίξτε περίπτερα όπου θα
πωλείται σε τιμή κόστους ή ακόμη και κάτω του κόστους,
και, εν συνεχεία, ξεκινήστε μια μεγάλη προπαγανδιστική
εκστρατεία για να διαφωτίσετε το κοινό, αφήνοντας το να
κρίνει το ίδιο τα κακά της κοκαΐνης• ουδείς θα έκανε
αντιπροπαγάνδα, διότι ουδείς θα μπορούσε να
εκμεταλλευθεί την δυστυχία των κοκαϊνομανών.
Βεβαίως, η βλαβερή χρήση της κοκαΐνης δεν θα εξαφανιζόταν
εντελώς, διότι οι κοινωνικές αιτίες που δημιουργούν
και οδηγούν αυτούς τους δύστυχους στην
χρήση ναρκωτικών, θα εξακολουθούσαν να υπάρχουν.
Οπωσδήποτε όμως το κακό θα μειωνόταν, κανένας δεν θα
μπορούσε να αποκομίσει κέρδος από την πώληση τους,
και κανένας δεν θα μπορούσε να κερδοσκοπήσει από το
κυνήγι των κερδοσκόπων. Γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο, η
πρόταση μας είτε δεν θα ληφθεί υπ' όψιν, είτε θα
θεωρηθεί ανεδαφική και παράλογη.
Ωστόσο, οι ευφυείς και ανιδιοτελείς άνθρωποι θα
μπορούσαν να αναρωτηθούν: αφού οι ποινικοί νόμοι
απεδείχθησαν ανίσχυροι, δεν θα ήταν καλό να
δοκιμάσουμε πειραματικά την αναρχική μέθοδο;9
Όσον αφορά την θανατική ποινή, δεν πρόκειται να
επαναλάβουμε εδώ τα κλασικά εναντίον της
επιχειρήματα. Ηχούν απατηλά όταν τα αΚούμε να
χρησιμοποιούνται από εκείνους οι οποίοι, εν συνεχεία,
τάσσονται υπέρ της ισόβιας κάθειρξης και άλλων
απάνθρωπων υποκατάστατων της θανατικής ποινής. Ούτε
θα μιλήσουμε για την «ιερότητα της ζωής», την οποία
όλοι μεν δέχονται, παραβιάζουν δε όποτε τους βολεύει,
είτε αφαιρώντας πραγματικά ζωές, είτε μεταχειριζόμενοι
άλλους με τέτοιον τρόπο ώστε να τους βασανίζουν ή να
τους συντομεύουν την ζωή.
Ευτυχώς, ελάχιστοι μόνον άνθρωποι είναι ψυχικά εκ
γενετής ή γίνονται αιμοδιψή και σαδιστικά τέρατα, των
οποίων τον θάνατο δεν θα ξέραμε πώς να πενθήσουμε.
Εάν αυτοί οι δύστυχοι θα συνιστούσαν μια διαρκή απειλή
για όλους και δεν θα υπήρχε άλλος τρόπος για να αμυνθούμε
εκτός από το να τους σκοτώσουμε, θα μπορούσε
κανείς να δεχθεί και την θανατική ποινή. Όμως το πρόβλημα
είναι ότι για να εκτελεσθεί μια θανατική ποινή
χρειάζεται ένας δήμιος. Ένας δήμιος είναι ή γίνεται τέρας,
λαμβανομένων δε υπ' όψιν όλων των παραμέτρων, είναι
καλύτερα να αφήνεις να συνεχίσουν να ζουν τα ήδη
υπάρχοντα τέρατα, παρά να δημιουργείς κι άλλα.
Τούτο δε ισχύει για τους πραγματικούς εγκληματίες,
τους αντικοινωνικούς ανθρώπους οι οποίοι δεν γεννούν
καμιά συμπάθεια και δεν προκαλούν καμιά συμπόνια.
Όταν τίθεται το ζήτημα της θανατικής ποινής ως ένα μέσο
του πολιτικού αγώνα, τότε... ε, τότε η Ιστορία μάς
διδάσκει ποιες μπορεί να είναι οι συνέπειες.

2 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

sintrofe geia jai sixaritiria gia to blog sou, en kali pigi gia keimena, vivlia ktl. nomizo prepei na se 3erw alla oi prosopika, telospanton.
ta vivlia pou en se pdf vriskeis ta pou kapoi site i kati?

ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΑΝΑΡΧΙΚΟΣ είπε...

Xairetizo kai ego.
Ta vivlia ivra ta pou diafora site, oi pou ena sigkekrimeno, tora na sou po pou ta ivra oulla en kai athimoumai exi kai kairo :p Sioura pou to indymedia athens, black tracker, kai girefkontas poki poda.