ΦΑΝΤΑΡΟΣ ΣΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ, ΦΑΝΤΑΡΟΣ ΣΤΟ ΣΤΡΑΤΟ, ΦΑΝΤΑΡΟΣ ΚΑΘΕ ΜΕΡΑ ΓΙΑ ΤΟ ΑΦΕΝΤΙΚΟ
Σ' ΑΥΤΟΥΣ ΤΟΥΣ ΔΡΟΜΟΥΣ, Σ' ΑΥΤΗΝ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑ, ΟΙ ΕΞΕΓΕΡΣΕΙΣ ΓΙΝΟΝΤΑΙ, ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΟΥΤΟΠΙΑ

Πέμπτη 26 Φεβρουαρίου 2009

Συμπλήρωμα στην Οργανωτική Πλατφόρμα (Ερωτήσεις και Απαντήσεις)

Ομάδα Ρώσων Αναρχικών στο Εξωτερικό
(Εκδοτική ομάδα «Dielo Truda»)
Όπως αναμενόταν, η Οργανωτική Πλατφόρμα της Γενικής Ένωσης των Αναρχικών έχει προκαλέσει το πολύ ζωηρό ενδιαφέρον μεταξύ διαφόρων μαχητών του ρωσικού ελευθεριακού κινήματος. Ενώ μερικοί προσυπογράφουν ολόψυχα τη γενική ιδέα και τις θεμελιώδεις θέσεις της Πλατφόρμας, άλλοι ασκούν κριτική και εκφράζουν ανησυχίες για κάποιες από τις θέσεις της.
Χαιρετίζουμε εξίσου τη θετική υποδοχή της Πλατφόρμας καθώς και τη γνήσια κριτική γι’ αυτήν. Επειδή, στην προσπάθεια συγκρότησης ενός γενικού αναρχικού προγράμματος καθώς επίσης και μιας γενικής ελευθεριακής οργάνωσης, η τίμια, σοβαρή και ουσιαστική κριτική είναι σημαντική, θετική και δημιουργική πρωτοβουλία.
Οι ερωτήσεις που αναδημοσιεύουμε παρακάτω προέρχονται από ακριβώς το είδος αυτό της σοβαρής και απαραίτητης κριτικής, και είναι με κάποια ικανοποίηση που τις καλωσορίζουμε. Στην αποστολή τους σε μας, η συντάκτριά τους Maria Isidine – για πολλά χρόνια αγωνίστρια και σεβαστή αρκετά στο κίνημά μας - εσωκλείει μια επιστολή στην οποία γράφει:
«Προφανώς, η Οργανωτική Πλατφόρμα συντάχθηκε για να συζητηθεί από όλους τους αναρχικούς. Πριν διατυπώσω οποιαδήποτε τελική άποψη σχετικά μ’ αυτήν την «Πλατφόρμα» και, ίσως, μιλήσω γι’ αυτήν στον Τύπο, θα ήθελα να έχω μια εξήγηση σε συγκεκριμένα θέματα τα οποία δεν είναι επαρκώς σαφή σ’ αυτήν. Είναι πολύ πιθανό ότι άλλοι αναγνώστες θα βρουν στην Πλατφόρμα έναν μεγάλο βαθμό ακρίβειας και ότι συγκεκριμένες αντιρρήσεις μπορούν μόνο να βασιστούν σε παρανοήσεις. Είναι γι’ αυτό τον λόγο που επιθυμώ να θέσω μια σειρά ερωτημάτων, σε σας κατ’ αρχήν. Θα είναι πολύ σημαντικό να απαντήσετε σ’ αυτά με έναν σαφή τρόπο, γιατί από τις απαντήσεις σας αυτές θα αντέξει το γενικό πνεύμα της Πλατφόρμας στην κριτική. Ίσως δείτε την ανάγκη να απαντήσετε στην επιθεώρησή σας».
Στο κλείσιμο της επιστολής της, η συντρόφισσα προσθέτει ότι επιθυμεί να αποτρέψει τη διαμάχη μέσα από τις στήλες της επιθεώρησης «Dielo Truda». Γι’ αυτό, επιδιώκει, πάνω απ’ όλα, τη διευκρίνιση ορισμένων ουσιαστικών σημείων της Πλατφόρμας. Το είδος αυτό της προσέγγισης είναι πολύ δίκαιο. Είναι πάρα πολύ εύκολο να αρχίσει κάποιος μια πολεμική για ν’ αντιταχθεί σε μια άποψη με την οποία κάποιος σκέφτεται ότι κάποιος άλλος διαφωνεί μ’ αυτήν. Είναι ακόμα ευκολότερο να ενοχληθεί αποκλειστικά ο ίδιος με την πολεμική χωρίς να ενοχληθεί να θέσει οποιαδήποτε εναλλακτική θετική πρόταση, αντί της στοχοθετημένης άποψης. Αυτό που είναι απείρως δυσκολότερο είναι να αναλυθεί η νέα πρόταση κατάλληλα, για να κατανοηθεί, έτσι ώστε κάποιος να μπορεί να φθάσει σε μια εμπεριστατωμένα θεμελιωμένη άποψη σχετικά μ’ αυτή. Και είναι ακριβώς αυτή η τελευταία, δυσκολότερη πορεία που έχει επιλέξει η συντάκτρια των κατωτέρω ερωτήσεων.
Εδώ είναι οι ερωτήσεις αυτές:
«Το κεντρικό σημείο της «Πλατφόρμας» είναι η συνάθροιση του κυρίως όγκου των μαχητών του αναρχικού κινήματος στη βάση μιας κοινής τακτικής και πολιτικής γραμμής: ο σχηματισμός μιας Γενικής Ένωσης. Δεδομένου ότι είστε φεντεραλιστές, έχετε προφανώς κατά νου την ύπαρξη μιας Εκτελεστικής Επιτροπής που θα είναι υπεύθυνη για την «ιδεολογική και οργανωτική συμπεριφορά της δραστηριότητας των απομονωμένων ομάδων». Ο τύπος αυτός οργάνωσης υφίσταται σε όλα τα πολιτικά κόμματα, αλλά είναι δυνατός μόνο εάν κάποιος δέχεται την αρχή της πλειοψηφίας. Στην οργάνωσή σας, κάθε ομάδα θα είναι ελεύθερη να καθορίσει την τακτική της και να συγκροτήσει την τακτική και τη θέση της απέναντι σε κάθε δεδομένο ζήτημα; Εάν η απάντηση είναι ναι, κατόπιν η ενότητά σας αυτή θα είναι καθαρώς ηθικού χαρακτήρα (όπως ήταν και συμβαίνει ακόμα μέσα στο αναρχικό κίνημα); Εάν, από την άλλη πλευρά, επιδιώκετε την οργανωτική ενότητα, η ενότητα αυτή θα είναι καταναγκαστική. Και έπειτα, εάν δέχεστε την αρχή της πλειοψηφίας μέσα στην οργάνωσή σας, για ποιους λόγους θα την αποκηρύσσατε στην κοινωνική οικοδόμηση;
Είναι επιθυμητό να διευκρινίσετε περαιτέρω την αντίληψή σας σχετικά με την ομοσπονδιακή σύνδεση, το ρόλο των συνεδρίων και την αρχή της πλειοψηφίας. Μιλώντας για το «ελεύθερο καθεστώς των Σοβιέτ», ποιες λειτουργίες βλέπετε να εκτελούν αυτά τα Σοβιέτ προκειμένου να γίνουν «τα πρώτα βήματα στην κατεύθυνση της εποικοδομητικής μη κρατικιστικής δραστηριότητας»; Ποια είναι η αποστολή τους; Οι αποφάσεις τους θα είναι δεσμευτικές;
«Οι αναρχικοί πρέπει να καθοδηγούν τα γεγονότα από θεωρητική άποψη», λέει η Πλατφόρμα. Αυτή η έννοια δεν είναι επαρκώς σαφής. Σημαίνει απλώς ότι οι αναρχικοί θα κάνουν το μέγιστο δυνατό για να δουν ότι οι συνδικαλιστικές, τοπικές, συνεταιριστικές, κ.λπ.... οργανώσεις που πρόκειται να οικοδομήσουν τη νέα κοινωνική τάξη εμποτίζονται με τις ελευθεριακές ιδέες; Ή σημαίνει ότι οι αναρχικοί οι ίδιοι θα αναλάβουν την ηγεσία αυτής της οικοδόμησης; Στην δεύτερη περίπτωση, με ποιο τρόπο αυτή η κατάσταση πραγμάτων θα διέφερε από μια «κομματική δικτατορία»;
Είναι πολύ σημαντικό να διευκρινιστεί αυτό το θέμα. Ειδικά καθώς προκύπτει η ίδια ερώτηση σχετικά με το ρόλο των αναρχικών στα συνδικάτα. Ποια είναι η σημασία της έκφρασης: «να εισέλθουμε στα συνδικάτα μ’ έναν οργανωμένο τρόπο»; Σημαίνει μόνο ότι οι σύντροφοι που εργάζονται στα συνδικάτα πρέπει να έρθουν σε κάποια συμφωνία προκειμένου να διαμορφωθεί μια πολιτική γραμμή; Ή σημαίνει ότι η αναρχική Εκτελεστική Επιτροπή θα ορίσει την τακτική του εργατικού κινήματος, θα γνωμοδοτεί για τις απεργίες, τις διαδηλώσεις κ.λπ., και ότι εκείνοι οι αναρχικοί που είναι δραστηριοποιημένοι στα συνδικάτα θα προσπαθήσουν να καταλάβουν ηγετικές θέσεις σ’ αυτά και, χρησιμοποιώντας την εξουσία τους, θα «περάσουν» αυτές τις αποφάσεις στα μέλη των συνδικάτων;
Η αναφορά στην Πλατφόρμα ότι η δραστηριότητα των αναρχικών σχημάτων που είναι ενεργά στους συνδικαλιστικούς κύκλους πρόκειται «να καθοδηγηθεί από μια αναρχική οργάνωση-ομπρέλα» αυξάνει κάθε ανησυχία σ’ αυτό το ζήτημα. Στο κεφάλαιο για την υπεράσπιση της επανάστασης, δηλώνετε ότι ο στρατός πρόκειται να υπαχθεί «στις οργανώσεις των εργαζομένων και των αγροτών σε όλη τη χώρα, καθοδηγημένες από τις μάζες σε θέσεις επιτήρησης της οικονομικής και κοινωνικής ζωής της χώρας». Στην καθημερινή γλώσσα αυτό ονομάζεται «αστική εξουσία» των εκλεγμένων. Τι σημαίνει αυτό για σας; Είναι προφανές ότι μια οργάνωση που στην πραγματικότητα κατευθύνει το σύνολο της ζωής και μπορεί να καλέσει στρατό δεν είναι τίποτα άλλο εκτός από μια κρατική εξουσία. Αυτό το σημείο είναι τόσο σημαντικό για το οποίο οι συντάκτες της Πλατφόρμας έχουν καθήκον να σκεφθούν περισσότερο. Εάν είναι μια «μεταβατική μορφή» τότε πώς η Πλατφόρμα απορρίπτει την ιδέα της «μεταβατικής περιόδου»; Και εάν είναι μια οριστική μορφή, τι είναι αυτό που κάνει την Πλατφόρμα αναρχική; Υπάρχουν μερικές ερωτήσεις που, ενώ δεν έχουν σχέση με την Πλατφόρμα, εντούτοις παίζουν σημαντικό ρόλο στις διαφωνίες μεταξύ των συντρόφων. Επιτρέψτε μου να αναφέρω μια από αυτές τις ερωτήσεις:
Ας υποθέσουμε ότι μια περιοχή βρίσκεται αποτελεσματικά κάτω από την επιρροή των αναρχικών. Ποια θα είναι η τοποθέτησή τους ως προς τα άλλα πολιτικά κόμματα; Επιτρέπουν οι συντάκτες της Πλατφόρμας τη δυνατότητα της βίας ενάντια σε κάποιο εχθρό που δεν έχει πρόσβαση σε όπλα; Ή, σύμφωνα με την αναρχική ιδέα, πιστοποιούν την αδιάλυτη γνήσια ελευθερία γνώμης, Τύπου, οργάνωσης, κ.λπ., για όλους; (Μερικά χρόνια πριν, παρόμοια ερώτηση θα ήταν άσκοπη. Αλλά αυτή τη στιγμή, ορισμένες απόψεις τις οποίες γνωρίζω με αποτρέπουν από το να είμαι σίγουρη γι’ αυτή την απάντηση).
Και, γενικά μιλώντας, είναι αποδεκτό να εφαρμόζονται οι αποφάσεις κάποιου μέσω εξουσίας; Επιτρέπουν οι συντάκτες της Πλατφόρμας την άσκηση εξουσίας, ακόμα και για μια μόνο στιγμή;
Οποιεσδήποτε κι αν είναι οι απαντήσεις της ομάδας σας σε όλες αυτές τις ερωτήσεις, δεν μπορώ να παραμείνω σιωπηλή όσον αφορά μια ιδέα στην Πλατφόρμα που βρίσκεται σε αναντιστοιχία με τον αναρχικό κομμουνισμό που δηλώνετε φανερά.
Υποθέτετε ότι μόλις καταργηθούν το μισθωτό σύστημα και η εκμετάλλευση, θα παραμείνει εντούτοις κάποιο είδος μη εργαζόμενων στοιχείων και αυτοί που θα αποκλείετε από την κοινή ένωση των συνδικάτων των εργατών δεν θα έχουν κανέναν τίτλο στο μερίδιό τους στο κοινό προϊόν. Πάντα η αρχή της ίδιας της βάσης του αναρχισμού ήταν «στον καθένα σύμφωνα με τις ανάγκες του», και ήταν σε εκείνη την αρχή που ο αναρχισμός έβλεπε πάντα την καλύτερη εγγύηση της κοινωνικής αλληλεγγύης. Όταν οι αναρχικοί βρίσκονταν αντιμέτωποι με την ερώτηση: «Τι θα κάνετε με τους αργόσχολους;» απαντούσαν: «Καλύτερα να ταΐσουμε μερικούς αργόσχολους για το τίποτα παρά να εισάγουμε, μόνο και μόνο εξαιτίας της ύπαρξής τους, μια ψεύτικη και επιβλαβή αρχή στη ζωή της κοινωνίας».
Τώρα, εσείς δημιουργείτε, για πολιτικούς λόγους, κάποια κατηγορία αργόσχολων που, μέσω κάποιας καταστολής, θα τους κάνατε να πεθάνουν της πείνας. Αλλά, εκτός από την ηθική πτυχή, έχετε εξετάσει πού θα οδηγούσε αυτό; Στην περίπτωση κάθε προσώπου που δεν εργάζεται, θα πρέπει να δούμε τους λόγους για τους οποίους δεν εργάζεται: πρέπει να διαβάσουμε το μυαλό του και να διερευνήσουμε τις πεποιθήσεις του. Εάν αρνηθεί να εκτελέσει κάποιος ένα δεδομένο καθήκον, θα πρέπει να διερευνήσουμε τους λόγους για την άρνησή του αυτή. Θα πρέπει να δούμε εάν δεν είναι δολιοφθορά ή αντεπανάσταση. Αποτέλεσμα; Κατασκοπεία, καταναγκαστική εργασία, η «εργατική κινητοποίηση» και, για να το ξεπεράσουμε, τα προϊόντα ζωτικής σημασίας για τη ζωή πρόκειται να είναι το δώρο των αρχών που θα είναι σε θέση να κάνει την αντιπολίτευση να λιμοκτονήσει μέχρι θανάτου! Δελτία τροφίμων ως όπλο πολιτικού αγώνα! Είναι σαν να μας λέτε πως ό,τι έχετε δει στη Ρωσία δεν σας έχει πείσει για την αποτρόπαια φύση μιας τέτοιας ρύθμισης! Και δεν μιλώ για τη ζημιά που θα έκανε στην τύχη της επανάστασης, μια τέτοια κραυγαλέα παραβίαση της κοινωνικής αλληλεγγύης δεν θα μπορούσε να βοηθήσει αλλά να γεννήσει επικίνδυνους εχθρούς.
Αυτό έχει σχέση με το πρόβλημα του ότι αυτοί θέτουν σε δοκιμασία ολόκληρη την αναρχική αντίληψη περί κοινωνικής οργάνωσης. Εάν κάποιες έπρεπε να κάνει παραχωρήσεις σ’ αυτό το σημείο, θα έριχνε γρήγορα στη θάλασσα όλες τις άλλες αναρχικές ιδέες, επειδή η προσέγγισή σας στο πρόβλημα καθιστά αδύνατη οποιοδήποτε μη-κρατικιστική κοινωνική οργάνωση.
Ίσως πρέπει να γράψω στον Τύπο για την Πλατφόρμα. Αλλά προτιμώ να μην το κάνω έως ότου όλες αυτές οι «γκρίζες» περιοχές έχουν διερευνηθεί.

***

Κατά συνέπεια, η Οργανωτική Πλατφόρμα γεννά μια σειρά πραγματικών ερωτήσεων που καθορίζονται στην επιστολή που αναφέρθηκε πριν, ειδικότερα: το θέμα της πλειοψηφίας και της μειοψηφίας στο αναρχικό κίνημα, αυτό της δομής και των ουσιαστικών χαρακτηριστικών γνωρισμάτων του ελεύθερου καθεστώτος των Σοβιέτ, το θέμα της ιδεολογικής καθοδήγησης των γεγονότων και των μαζών, το θέμα της υπεράσπισης της επανάστασης, της ελευθερίας Τύπου και λόγου, και το θέμα της οικοδόμησης με βάση την αναρχική αρχή «στον καθένα σύμφωνα με τις ανάγκες του».
Ας καταπιαστούμε μ’ αυτά με τη σειρά:

(1) ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ΠΛΕΙΟΨΗΦΙΑΣ ΚΑΙ ΜΕΙΟΨΗΦΙΑΣ ΣΤΟ ΑΝΑΡΧΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ

Η συντάκτρια θίγει αυτό το ζήτημα συνδέοντάς το με την ιδέα μας για μια Εκτελεστική Επιτροπή της Ένωσης. Εάν η Εκτελεστική Επιτροπή της Ένωσης έχει, εκτός από τις άλλες της λειτουργίες εκτελεστικής φύσης, και αυτήν «της καθοδήγησης της δραστηριότητας των μεμονωμένων ομάδων από θεωρητική και οργανωτική άποψη», δεν πρέπει η καθοδήγηση αυτή να είναι καταναγκαστική; Τότε, υπάρχουν ομάδες που είναι συνδεδεμένες με την Ένωση για να είναι ελεύθερες να συγκροτήσουν τη δική τους τακτική και να καθορίσουν τη θέση τους όσον αφορά κάθε δεδομένο θέμα; Ή είναι συνδεδεμένες για να υποχρεωθούν να τηρήσουν τη γενική τακτική και τις γενικές θέσεις που καθορίζονται από την πλειοψηφία της Ένωσης;
Ας πούμε, κατ’ αρχήν, ότι, κατά την άποψή μας, η Εκτελεστική Επιτροπή της Ένωσης δεν μπορεί να είναι ένα σώμα που έχει κάθε εξουσία καταναγκαστικής φύσης, όπως συμβαίνει με τα συγκεντρωτικά πολιτικά κόμματα. Η Εκτελεστική Επιτροπή της Γενικής Αναρχικής Ένωσης είναι ένα σώμα που εκτελεί λειτουργίες γενικής φύσης στην Ένωση. Αντί «Εκτελεστική Επιτροπή» αυτό το σώμα ίσως φέρει τον τίτλο Αρχιγραμματεία της Ένωσης». Εντούτοις, προτιμάμε το όνομα «Εκτελεστική Επιτροπή» γιατί τοποθετεί καλύτερα την ιδέα της εκτελεστικής λειτουργίας και της πρωτοβουλίας. Χωρίς να περιορίσει από καμιά άποψη τα δικαιώματα των μεμονωμένων ομάδων, η Εκτελεστική Επιτροπή θα είναι σε θέση να καθοδηγήσει τη δραστηριότητά τους υπό τη θεωρητική και οργανωτική έννοια. Γιατί πάντα θα υπάρξουν ομάδες μέσα στην Ένωση που θα αισθανθούν φορτωμένες από τα διάφορα τακτικά ζητήματα, έτσι ώστε η ιδεολογική ή η οργανωτική βοήθεια να είναι πάντα απαραίτητη για ορισμένες απ’ αυτές τις ομάδες. Εννοείται ότι η Εκτελεστική Επιτροπή θα συγκροτηθεί έτσι ώστε να παρέχει μια τέτοια βοήθεια, γιατί θα εμποτιστεί, δυνάμει της κατάστασης και των λειτουργιών της, με την τακτική ή οργανωτική γραμμή που θα έχει υιοθετηθεί από την Ένωση σε ποικίλα θέματα.
Αλλά εάν, εντούτοις, μερικές οργανώσεις ή άλλες πρέπει να εκδηλώσουν επιθυμία για ν’ ακολουθήσουν τη δική τους τακτική γραμμή, θα μπορεί η Εκτελεστική Επιτροπή ή η Ένωση ως σώμα να τις αποτρέψει; Με άλλα λόγια, η τακτική και πολιτική γραμμή της Ένωσης θα καθορίζεται από την πλειοψηφία ή κάθε ομάδα θα έχει το δικαίωμα να λειτουργήσει όπως κρίνει καταλληλότερα και η Ένωση θα έχει διάφορες γραμμές;
Ως κανόνα, υπολογίζουμε ότι η Ένωση, ως σώμα, πρέπει να έχει μια ενιαία τακτική και πολιτική γραμμή. Πράγματι, η Ένωση συγκροτήθηκε με σκοπό να φέρει ένα τέλος στη διάλυση και αποδιοργάνωση του αναρχικού κινήματος, την πρόθεση τοποθέτησης, αντί μιας πολλαπλότητας τακτικών γραμμών που προκαλούν οι εσωτερικές διαμάχες, μιας γενικής πολιτικής γραμμής που θα επιτρέψει σε όλα τα ελευθεριακά στοιχεία να ακολουθήσουν μια κοινή κατεύθυνση και να είναι ακόμα επιτυχή στην επίτευξη των στόχων τους, ελλείψει των οποίων η Ένωση θα έχανε έναν από τους κύριους λόγους ύπαρξής της.
Εντούτοις, ίσως υπάρξουν φορές που οι απόψεις των μελών της Ένωσης στα διάφορα ζητήματα θα διαχωριστούν, κάτι το οποίο θα δημιουργήσει ζήτημα εμφάνισης πλειοψηφίας και μειοψηφίας. Τέτοιες περιπτώσεις είναι κοινές στη ζωή όλων των οργανώσεων και όλων των κομμάτων. Συνήθως, ενδείκνυται η επίλυση μιας τέτοιας κατάστασης.
Υπολογίζουμε, κατ’ αρχήν, ότι για χάρη της ενότητας της Ένωσης, η μειοψηφία πρέπει, σε τέτοιες περιπτώσεις, να κάνει παραχωρήσεις προς την πλειοψηφία. Αυτό θα ήταν εύκολα επιτεύξιμο σε περιπτώσεις ασήμαντων διαφορών άποψης μεταξύ της μειοψηφίας και της πλειοψηφίας. Εάν, ωστόσο, η μειοψηφία θεωρήσει να θυσιάσει την άποψή της ως αδύνατη, τότε θα υπήρχε προοπτική ύπαρξης δύο διαφορετικών απόψεων και τακτικών μέσα στην Ένωση, μια άποψη και μια τακτική της πλειοψηφίας και μια άποψη και μια τακτική της μειοψηφίας.
Σ’ αυτή την περίπτωση, η θέση θα πρέπει να διερευνηθεί από την Ένωση συνολικά. Εάν, μετά από συζήτηση η ύπαρξη των δύο αντίθετων απόψεων σχετικά με το ίδιο ζήτημα συνεχίζεται, τότε η συνύπαρξη αυτών των δύο απόψεων γίνεται αποδεκτή ως οριστικό γεγονός.
Τέλος, σε περίπτωση που η συμφωνία μεταξύ πλειοψηφίας και μειοψηφίας όσον αφορά τακτικά και πολιτικά θέματα που τις χωρίζουν αποδεικνύεται αδύνατη, θα επέλθει ίσως διάσπαση, με τη μειοψηφία να αποσπάται από την πλειοψηφία για να συγκροτήσει μια ξεχωριστή οργάνωση.
Αυτές είναι οι τρεις πιθανές εκβάσεις σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ της μειοψηφίας και της πλειοψηφίας. Σε κάθε περίπτωση, η ερώτηση θα επιλυθεί, όχι από την Εκτελεστική Επιτροπή που, ας επαναληφθεί, πρόκειται να είναι μόνο ένα εκτελεστικό όργανο της Ένωσης, αλλά από πλευράς ολόκληρης της Ένωσης ως σώμα: Από ένα συνέδριο ή μια διάσκεψη της Ένωσης.

(2) ΤΟ ΕΛΕΥΘΕΡΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΤΩΝ ΣΟΒΙΕΤ


Αποκηρύσσουμε την παρούσα (μπολσεβίκικη) σοβιετική διαχείριση, γιατί αντιπροσωπεύει μόνο μια ορισμένη πολιτική μορφή του Κράτους. Τα Σοβιέτ των πληρεξουσίων των εργατών και αγροτών είναι μια κρατική πολιτική οργάνωση που οργανώνεται από ένα πολιτικό κόμμα, ενάντια στο οποίο αντιπαραθέτουμε τα Σοβιέτ των εργατικών και αγροτικών οργανισμών παραγωγής και κατανάλωσης. Αυτή είναι η έννοια του συνθήματος «Ελεύθερο καθεστώς Σοβιέτ και εργοστασιακών επιτροπών». Προωθούμε ένα τέτοιο καθεστώς για να σημάνουμε μια οικονομική και κοινωνική διαχείριση όπου όλοι οι κλάδοι και λειτουργίες της οικονομικής και κοινωνικής ζωής θα συγκεντρώνονταν στα χέρια των οργανώσεων παραγωγής και κατανάλωσης των εργατών, οι οποίες θα εκτελούσαν εκείνες ακριβώς τις λειτουργίες στοχεύοντας στην ικανοποίηση των αναγκών ολόκληρης της εργαζόμενης κοινωνίας. Μια Ομοσπονδία αυτών των οργανώσεων και των Σοβιέτ τους δεν θα συμβάδιζε με το Κράτος και το καπιταλιστικό σύστημα, και θα ήταν ο πρωταρχικός άξονας του ελεύθερου καθεστώτος των Σοβιέτ. Για να είμαστε σίγουροι, το καθεστώς αυτό δεν θα αντιπροσωπεύσει αμέσως το θεμελιώδες ιδανικό της αναρχικής κομμούνας, αλλά θα είναι η πρώτη παρουσίαση, το πρώτο πρακτικό δοκίμιο αυτής της κομμούνας, και θα οδηγήσει στην εποχή της ελεύθερης, μη-κρατικιστικής δημιουργικότητας των εργαζόμενων.
Είμαστε της άποψης ότι, όσον αφορά τις αποφάσεις τους σχετικά με τις διάφορες σφαίρες της οικονομικής και κοινωνικής ζωής, τα Σοβιέτ των οργανώσεων των εργαζόμενων και των αγροτών ή των εργοστασιακών επιτροπών θα βασιστούν σ’ αυτές, όχι μέσω βίας ή διαταγμάτων, αλλά μάλλον μέσω της κοινής συμφωνίας με τις εργαζόμενες μάζες που θα βάλουν άμεσα ένα χέρι στη λήψη αυτών των αποφάσεων. Οι αποφάσεις αυτές, εντούτοις, θα πρέπει να είναι δεσμευτικές πάνω σε όλους όσους τις ψηφίζουν και τις επικυρώνουν.

(3) ΟΙ ΑΝΑΡΧΙΚΟΙ ΘΑ ΚΑΘΟΔΗΓΗΣΟΥΝ ΤΙΣ ΜΑΖΕΣ ΚΑΙ ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΗΝ ΘΕΩΡΙΑ

Η πράξη της καθοδήγησης των επαναστατικών στοιχείων και του επαναστατικού κινήματος των μαζών από την άποψη των ιδεών δεν πρέπει και δεν μπορεί πάντα να αντιμετωπίζεται ως φιλοδοξία εκ μέρους των αναρχικών, ότι πρέπει να πάρουν την οικοδόμηση της νέας κοινωνίας στα χέρια τους. Η οικοδόμηση αυτή δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί παρά μόνο από ολόκληρη την εργαζόμενη κοινωνία, γιατί το καθήκον αυτό πέφτει μόνο πάνω της και οποιαδήποτε προσπάθεια να απογυμνωθεί του δικαιώματος αυτού πρέπει να κριθεί ως αντι-αναρχικό. Το ζήτημα της ιδεολογικής καθοδήγησης δεν είναι ζήτημα σοσιαλιστικής οικοδόμησης, αλλά μάλλον ζήτημα θεωρητικής και πολιτικής επιρροής που εφαρμόζεται πάνω στην επαναστατική πορεία των πολιτικών γεγονότων. Δεν θα είμαστε ούτε επαναστάτες ούτε μαχητές εάν δεν δείξουμε ενδιαφέρον για τον χαρακτήρα και την γενική ιδέα του επαναστατικού αγώνα των μαζών. Και δεδομένου ότι ο χαρακτήρας και η γενική ιδέα αυτού του αγώνα καθορίζονται όχι μόνο από τους αντικειμενικούς, αλλά και από τους υποκειμενικούς παράγοντες, δηλαδή από την επιρροή των ποικίλων πολιτικών ομάδων, έχουμε ένα καθήκον: να κάνουμε όλους να δουν ότι η ιδεολογική επιρροή του αναρχισμού πάνω στην πορεία της επανάστασης μεγιστοποιείται.
Η παρούσα «εποχή των πολέμων και των επαναστάσεων» θέτει ένα πρωταρχικό δίλημμα με εξαιρετική ένταση: είτε τα επαναστατικά γεγονότα θα εξελιχθούν κάτω από την κυριαρχία των κρατιστικών ιδεών (ακόμη και αν αυτές είναι σοσιαλιστικές), είτε αλλιώς κάτω από τις αντικρατιστικές ιδέες (αναρχισμός). Και, δεδομένου ότι είμαστε αμετακίνητοι στην πεποίθησή μας ότι η κρατικιστική τάση θα φέρει την επανάσταση για να νικήσει οδηγώντας τις μάζες σε μια ανανεωμένη σκλαβιά, ο στόχος μας προκύπτει απ’ αυτό με μια αδιάλλακτη λογική: πρέπει να κάνουμε ό,τι μπορούμε για να δούμε ότι η επανάσταση διαμορφώνεται από την αναρχική τάση. Τώρα, ο παλαιός μας τρόπος, δηλαδή μια πρωτόγονη προσέγγιση που στηρίζεται σε μικροσκοπικές, διεσπαρμένες ομάδες, όχι μόνο θα αποτύχει να επιτύχει αυτό τον στόχο, αλλά, στην πραγματικότητα, θα τον εμποδίσει. Έτσι, πρέπει να προχωρήσουμε σε μια νέα μέθοδο. Πρέπει να ενορχηστρώσουμε τη δύναμη της θεωρητικής επιρροής του αναρχισμού με βάση την πορεία των γεγονότων. Αντί να ασκούμε μια διαλείπουσα επιρροή που γίνεται αισθητή μέσω ανόμοιων και ασήμαντων ενεργειών, πρέπει να γίνουμε ένας ισχυρός, συνεχής παράγοντας. Αυτό, έτσι όπως το βλέπουμε, μπορεί μόλις και μετά βίας να είναι εφικτό, εκτός αν οι σπουδαιότεροι μαχητές του αναρχισμού, θεωρητικά και πρακτικά σύμφωνοι, οργανώνονται σ’ ένα σώμα ικανό για μια σφριγηλή δράση και καλά συγκροτημένο από άποψη θεωρίας και τακτικής: μια Γενική Ένωση των Αναρχικών. Είναι υπό αυτήν την ίδια έννοια ότι η κατεύθυνση προς τον πιλοτικό επαναστατικό συνδικαλισμό με θεωρητικούς όρους πρέπει να γίνει κατανοητή. Η είσοδος στα συνδικάτα μ’ έναν οργανωμένο τρόπο θα σήμαινε ότι θα είμαστε οι μεταφορείς μιας συγκεκριμένης θεωρίας, ενός ορισμένου σχεδίου εργασίας, εργασία που θα πρέπει να είναι αυστηρά συμβατή στην περίπτωση κάθε αναρχικού που αναπτύσσει δραστηριότητες μέσα στα συνδικάτα. Η Αναρχική Ένωση μετά βίας πρόκειται να ενοχληθεί για να καθορίσει την τακτική του εργατικού κινήματος ή να εκπονήσει σχέδια για απεργίες ή διαδηλώσεις. Αλλά πρόκειται και πρέπει να διαδώσει μέσα στα συνδικάτα τις ιδέες της σχετικά με την επαναστατική τακτική της εργατικής τάξης και τα διάφορα γεγονότα: αυτό αποτελεί ένα από τα αναφαίρετα δικαιώματά της. Εντούτοις, στην προσπάθεια να διαδοθούν οι ιδέες τους, οι αναρχικοί θα πρέπει να βρίσκονται σε αυστηρή συμφωνία, και με το ένα και με το άλλο καθώς επίσης και με τις προσπάθειες της αναρχικής οργάνωσης-ομπρέλα στην οποία ανήκουν και στο όνομα της οποίας θα εκτελούν την ιδεολογική και οργανωτική εργασία μέσα στα συνδικάτα. Διεξάγοντας ελευθεριακή προπαγάνδα μέσα στα συνδικάτα μ’ έναν οργανωμένο τρόπο και εξασφαλίζοντας ότι οι προσπάθειες των αναρχικών δεν έχουν καμία σχέση με κάποια εξουσιαστική διαδικασία.

(4) Η ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΗ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ

Η αντίρρηση της συντάκτριας, όπως εκφράστηκε, στις θέσεις του προγράμματος σχετικά με την υπεράσπιση της επανάστασης, περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, έχει τις ρίζες της σε κάποια παρανόηση.
Τονίζοντας την ανάγκη και το αναπόφευκτο, στο πλαίσιο του εμφύλιου πολέμου, της δημιουργίας του επαναστατικού στρατού των εργαζόμενων, η Πλατφόρμα βεβαιώνει επίσης ότι ο στρατός αυτός θα πρέπει να υπαχθεί στη γενική κατεύθυνση των εργατικών και αγροτικών οργανώσεων παραγωγής και κατανάλωσης.
Η υπαγωγή του στρατού στις οργανώσεις αυτές δεν υπονοεί καν την ιδέα μιας εκλεγμένης αστικής εξουσίας. Απολύτως όχι. Ένας στρατός, ακόμη και αν είναι ο πιο επαναστατικός και ο δημοφιλέστερος των στρατών από την άποψη της νοοτροπίας και του τίτλου του, δεν μπορεί, εντούτοις, να υπάρξει και να λειτουργήσει με βάση μόνο πρωτοβουλίες, αλλά πρέπει να είναι υπόλογος σε κάποιον. Όντας όργανο υπεράσπισης των δικαιωμάτων των εργαζόμενων και των επαναστατικών θέσεων, ο στρατός πρέπει, γι’ αυτό και μόνο τον λόγο, να υποτάσσεται πλήρως - πολιτικά μιλώντας - στους εργαζόμενους και να καθοδηγείται απ’ αυτούς: τονίζουμε πολιτικά, γιατί όταν μπαίνει στη στρατιωτική και στρατηγική του κατεύθυνση, αυτό θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί μόνο από τους στρατιωτικούς οργανισμούς μέσα στις τάξεις του ίδιου του στρατού που θα είναι υπόλογος στις ηγετικές οργανώσεις των εργαζόμενων και των αγροτών.
Αλλά σε ποιον μπορεί ο στρατός να είναι άμεσα υπόλογος πολιτικά; Οι εργαζόμενοι δεν αποτελούν ένα ενιαίο σώμα. Θα αντιπροσωπευθούν από τις πολλαπλές οικονομικές τους οργανώσεις. Είναι σ’ αυτές τις αρκετά παρόμοιες οργανώσεις, με τη μορφή ομοσπονδιακών αντιπροσωπειών-ομπρελών, που θα υπαχθεί ο στρατός. Ο χαρακτήρας και οι κοινωνικές λειτουργίες αυτών των αντιπροσωπειών εξηγούνται λεπτομερώς στην αρχή αυτών εδώ των απαντήσεών μας.
Η έννοια ενός επαναστατικού στρατού των εργαζόμενων πρέπει είτε να γίνει αποδεκτή είτε να απορριφθεί. Αλλά αν επιτραπεί η ύπαρξη στρατού, τότε η αρχή του ότι ο στρατός αυτός πρέπει να υπάγεται στις οργανώσεις των εργαζόμενων και αγροτών πρέπει να γίνει αποδεκτή. Δεν βλέπουμε καμία άλλη πιθανή λύση στο ζήτημα.

(5) ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΥΠΟΥ, ΛΟΓΟΥ, ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ, Κ.ΛΠ....

Το νικηφόρο προλεταριάτο δεν πρέπει να θίξει ούτε την ελευθερία λόγου ούτε την ελευθερία Τύπου, ακόμη και εκείνων των πρώην εχθρών και των καταπιεστών του που ηττήθηκαν τώρα από την επανάσταση. Είναι ακόμα λιγότερο αποδεκτό ότι θα θιχτεί η ελευθερία Τύπου και λόγου στα πλαίσια των επαναστατικών σοσιαλιστικών και αναρχικών ομαδοποιήσεων στις τάξεις του νικηφόρου προλεταριάτου.
Η ελευθερία λόγου και Τύπου είναι ουσιαστικές για τους εργαζόμενους, όχι απλώς και μόνο έτσι ώστε να μπορούν να φωτίσουν και ελέγξουν καλύτερα τα καθήκοντα που περιλαμβάνονται στις εποικοδομητικές οικονομικές και κοινωνικές τους προσπάθειες, αλλά και για να στοχεύσουν σε μια καλύτερη διάκριση των ουσιαστικών γνωρισμάτων, επιχειρημάτων, σχεδίων και προθέσεων των εχθρών τους.
Είναι αναληθές ότι ο καπιταλιστικός και κοινωνικός καιροσκοπικός Τύπος μπορεί να οδηγήσει τους επαναστατημένους εργαζόμενους σε παραστρατήματα. Οι τελευταίοι θα είναι αρκετά σε θέση να ξεσκεπάσουν τα ψέματα του Τύπου και να του δώσουν την απάντηση που του αξίζει. Η ελευθερία Τύπου και η ελευθερία λόγου φοβίζουν μόνο εκείνους, όπως οι καπιταλιστές και οι κρατιστές σοσιαλιστές, που επιζούν μέσω διαφόρων βρώμικων πράξεων τις οποίες είναι υποχρεωμένοι να κρύψουν από τα μάτια της μεγάλης πλειοψηφίας των εργαζόμενων μαζών. Όσον αφορά τους εργαζόμενους, η ελευθερία λόγου θα είναι τεράστιο όφελός τους. Θα τους επιτρέψει να ακούσουν ενώ θα δοθεί σε όλους μια ακρόαση, κρίνοντας διάφορα πράγματα γι’ αυτούς τους ίδιους, και καθιστώντας τη συνειδητοποίησή τους βαθύτερη και τις ενέργειές τους αποτελεσματικότερες.
Η μονοπώληση του Τύπου και το δικαίωμα λόγου ή ο περιορισμός τους από αυτούς που συνωστίζονται στα όρια του δόγματος ενός κόμματος, θέτει οριστικά τέρμα σε όλη την εμπιστοσύνη στους μονοπωλητές και στον Τύπο τους. Εάν καταπνιγεί η ελευθερία λόγου, είναι επειδή υπάρχει μια επιθυμία στο να κρυφτεί η αλήθεια: κάτι που καταδεικνύεται εντυπωσιακά από τους Μπολσεβίκους, ο Τύπος των οποίων εξαρτάται από τις ξιφολόγχες και δεν εξυπηρετεί καμιά ανάγκη, εν απουσία άλλου.
Εντούτοις, ίσως υπάρξουν συγκεκριμένες περιστάσεις όταν ο Τύπος ή, μάλλον, η κακοποίηση του Τύπου, περιοριστούν λόγω της επαναστατικής χρησιμότητας. Για παράδειγμα, να αναφέρουμε ένα επεισόδιο από την επαναστατική εποχή στη Ρωσία.
Καθ' όλη τη διάρκεια του Νοέμβρη του 1919, η πόλη Ekaterinoslav ήταν στα χέρια του επαναστατικού στρατού των Μαχνοβιτών. Αλλά συγχρόνως, περικυκλώθηκε από τα στρατεύματα του Denikin τα οποία, έχοντας εισχωρήσει κατά μήκος της αριστερής όχθης του ποταμού Dniepr στην περιοχή γύρω από τις πόλεις Amur και Nizhnedneprovsk, κατέστρεφαν το Ekaterinoslav συνεχώς με τα πυροβόλα που ήταν τοποθετημένα στα θωρακισμένα τραίνα τους. Ταυτόχρονα,. μια μονάδα Ντενικιστών υπό το στρατηγό Slashchev, προχωρούσε προς το Ekaterinoslav από τον Βορρά, από την περιοχή γύρω από Kremenchug.
Την εποχή αυτή, κυκλοφορούσαν στο Ekaterinoslav οι ακόλουθες καθημερινές εφημερίδες, χάρη στην ελευθερία λόγου: η μαχνοβίτικη «Putsk Svobodey» («Ο Δρόμος προς την Ελευθερία»), η «Narodovlastiye» («Λαϊκή Εξουσία») των κοινωνικών επαναστατών της δεξιάς, η «Borotba» («Αγώνας») των Ουκρανών αριστερών επαναστατών και η μπολσεβίκικη «Zvezda» («Αστέρι»). Μόνο οι μαθητές στρατιωτικής σχολής (καντέτοι), μετέπειτα πνευματικοί ηγέτες του κινήματος του Denikin, δεν είχαν την εφημερίδα τους. Καλά τώρα! Ας πούμε ότι οι καντέτοι ήθελαν να κυκλοφορήσουν στο Ekaterinoslav μια εφημερίδα που, χωρίς οποιαδήποτε αμφιβολία, θα ήταν ένα όπλο στα χέρια του Denikin, θα μπορούσαν οι επαναστατημένοι εργαζόμενοι και οι εξεγερμένοι να παρέχουν στους καντέτους το δικαίωμα να εκδώσουν την εφημερίδα τους, ακόμη και σε μία εποχή που ο πρώτιστος στρατιωτικός της ρόλος στα γεγονότα θα ήταν προφανής; Νομίζουμε όχι.
Στο πλαίσιο ενός εμφυλίου πολέμου, τέτοιες περιπτώσεις μπορούν να προκύψουν περισσότερο από μία φορά. Στις περιπτώσεις αυτές, οι εργαζόμενοι και οι αγρότες θα πρέπει να καθοδηγηθούν όχι από την ευρεία αρχή της ελευθερίας Τύπου και λόγου, αλλά από το ρόλο που τα φερέφωνα του εχθρού θα αναλάβουν σε σχέση με τον τρέχοντα στρατιωτικό αγώνα.
Εντούτοις γενικά μιλώντας, και με εξαίρεση ασυνήθιστων περιπτώσεων (όπως εμφύλιος πόλεμος), η νικηφόρα εργασία θα πρέπει να χορηγήσει την ίδια ελευθερία λόγου και Τύπου στις αριστερές και τις δεξιές απόψεις. Η ελευθερία αυτή θα είναι η υπερηφάνεια και η χαρά της κοινωνίας των ελεύθερων εργαζόμενων.
Οι αναρχικοί επιτρέπουν την επαναστατική βία στην πάλη ενάντια στον ταξικό εχθρό. Ωθούν τους εργαζόμενους να κάνουν χρήση της. Αλλά δεν θα συμφωνήσουν ποτέ στο να ασκηθεί εξουσία, ακόμη και για μια μόνο στιγμή, ούτε να επιβάλουν τις αποφάσεις τους στις μάζες με τη βία. Επ’ αυτού, οι μέθοδοί τους είναι: προπαγάνδα, δύναμη των επιχειρημάτων και προφορική και γραπτή πειθώ.

(6) Η ΣΩΣΤΗ ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΡΧΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ «ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΑΘΕΝΑ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΙΣ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΕΣ, ΣΤΟΝ ΚΑΘΕΝΑ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΙΣ ΑΝΑΓΚΕΣ ΤΟΥ»

Ασυζητητί, αυτή η αρχή είναι ο ακρογωνιαίος λίθος του αναρχικού κομμουνισμού. Κανένα άλλο οικονομικό, κοινωνικό ή νομικό δίδαγμα δεν είναι τόσο καλά ταιριασμένο στο ιδανικό του αναρχικού κομμουνισμού όσο αυτό. Η Πλατφόρμα λέει επίσης ότι: «Η κοινωνική επανάσταση, η οποία θα στηριχτεί στην ανοικοδόμηση ολόκληρης της εγκαθιδρυμένης κοινωνικής τάξης, με τον ίδιο τρόπο θα στηριχτεί και στο ότι εξασφαλίζονται οι ανάγκες του καθένα».
Εντούτοις, αποτελεί μια ευρεία δήλωση της αρχής όσον αφορά το πρόβλημα μιας αναρχικής κοινωνίας. Πρέπει να το διακρίνουμε από τις πρακτικές απαιτήσεις των πρώτων ημερών της κοινωνικής επανάστασης. Όπως μας έχει δείξει η εμπειρία της Κομμούνας του Παρισιού και της Ρωσικής Επανάστασης, οι μη εργαζόμενες τάξεις κτυπιούνται μεν, αλλά όχι οριστικά. Τις πρώτες ημέρες μια και μόνο ιδέα τους βασανίζει: η ανασυγκρότησή τους, η νίκη τους επί της επανάστασης και η αποκατάσταση των χαμένων τους προνομίων.
Έτσι εχόντων των πραγμάτων, θα ήταν εξαιρετικά τολμηρό και μοιραία επικίνδυνο για την επανάσταση να διανείμουμε τα προϊόντα που θα ήταν διαθέσιμα στην επαναστατική ζώνη σύμφωνα με την αρχή «στον καθένα σύμφωνα με τις ανάγκες του». Θα ήταν διπλά επικίνδυνο γιατί, εκτός από την οικονομική άνεση που θα πρόσφερε στις εχθρικές στην επανάσταση τάξεις, το οποίο θα ήταν ηθικά και στρατηγικά άδικο, νέες τάξεις θα προκύψουν αμέσως και αυτές, βλέποντας ότι η επανάσταση ικανοποιεί τις ανάγκες κάθε ατόμου, θα τεμπελιάζουν μάλλον παρά θα εργάζονται. Απλώς, αυτός ο διπλός κίνδυνος δεν είναι κάτι που μπορεί κάποιος να αγνοήσει. Γιατί θ’ αποσπάσει γρήγορα τις καλύτερες πηγές της επανάστασης, εκτός αν ληφθούν αποτελεσματικά μέτρα εναντίον του. Το καλύτερο μέτρο θα ήταν να εισέλθουν οι αντεπαναστάτες και οι μη εργαζόμενες τάξεις στην εργασία. Στη μια ή την άλλη σφαίρα, σε κάποια έκταση, οι τάξεις αυτές θα πρέπει να βρουν μια χρήσιμη απασχόληση από την οποία έχει ανάγκη η κοινωνία και είναι αναφαίρετο δικαίωμά τους να έχουν το μερίδιό τους στην παραγωγή της κοινωνίας που θα τους αναγκάσει να το κάνουν αυτό, γιατί δεν υπάρχουν δικαιώματα χωρίς υποχρεώσεις. Αυτό είναι το κρίσιμο σημείο που τονίζει τη θαυμάσια αναρχική μας αρχή. Προτείνει ότι κάθε άτομο αναλογικά προς τις ανάγκες του, υπό τον όρο ότι κάθε άτομο θέτει τις δυνατότητες και ικανότητές του στην υπηρεσία της κοινωνίας και όχι να μην την εξυπηρετεί καθόλου.
Εξαίρεση μπορεί να γίνει με τα παιδιά, τους ηλικιωμένους, τους αρρώστους και τους ασθενικούς. Σωστά, η κοινωνία θα εξαιρέσει όλα αυτά τα άτομα από το καθήκον της εργασίας, χωρίς άρνηση του δικαιώματός τους να ικανοποιούνται όλες τους οι ανάγκες.
Οι ηθικές ευαισθησίες των εργαζόμενων προσβάλλονται βαθιά από την αρχή του να αρπάζουμε από την κοινωνία σύμφωνα με τις ανάγκες κάποιου, δίνοντάς του σύμφωνα με το κέφι κάποιου ή και καθόλου. Οι εργαζόμενοι έχουν υποφέρει πολύ καιρό από την εφαρμογή αυτής της παράλογης αρχής και γι’ αυτό είναι άκαμπτοι ως προς αυτό το σημείο. Το συναίσθημά μας για δικαιοσύνη και λογική προβάλλεται επίσης με αυτήν την αρχή.
Η θέση τους θα αλλάξει εντελώς μόλις εδραιωθεί η ελεύθερη κοινωνία των εργαζόμενων και όταν δεν υπάρχουν πλέον οποιεσδήποτε τάξεις που να υπονομεύουν τη νέα παραγωγή με κίνητρα αντεπαναστατικής φύσης, αλλά μόνο μια χούφτα τεμπέληδων. Τότε η κοινωνία θα πρέπει να εφαρμόσει πλήρως την αναρχική αρχή: «Από τον καθένα σύμφωνα με τη δυνατότητά του, στον καθένα σύμφωνα με τις ανάγκες του», γιατί μόνο στη βάση αυτής της αρχής θα είναι σίγουρη κοινωνία για τις πιθανότητές της να αναπνεύσει με πλήρη ελευθερία και γνήσια ισότητα.
Αλλά ακόμα και τότε, ο γενικός κανόνας θα είναι ότι όλα τα αρτιμελή άτομα, που απολαμβάνουν των δικαιωμάτων στους υλικούς και ηθικούς πόρους της κοινωνίας, έχουν και ορισμένες υποχρεώσεις για την παραγωγή τους.
Ο Μπακούνιν, ο οποίος ανέλυσε αυτό το πρόβλημα την εποχή του, έγραψε στο στάδιο της ωριμότητας της αναρχικής του σκέψης και δραστηριότητας (ο σύντροφος Nettlau υπολογίζει το 1871): «Ο καθένας θα πρέπει να εργαστεί εάν θέλει να φάει. Καθένας που αρνείται να εργαστεί θα είναι ελεύθερος να πεθάνει της πείνας, εκτός αν βρει κάποια ένωση ή δήμο προετοιμασμένο να τον ταΐσει από οίκτο. Αλλά τότε δεν θα είναι πιθανώς δίκαιο να του χορηγηθεί κάποιο πολιτικό δικαίωμα, από τη στιγμή, όντας ικανός για εργασία, η επαίσχυντη κατάστασή του είναι δική του επιλογή ζώντας από την εργασία άλλων. Γιατί δεν πρόκειται να υπάρξει καμία άλλη βάση για τα κοινωνικά και πολιτικά δικαιώματα εκτός από την εργασία που εκτελείται από κάθε άτομο».
2 Νοεμβρίου 1926
* Πηγή του άρθρου αυτού: NEFAC (Northeastern Federation of Anarchist Communists – Βορειοανατολική Ομοσπονδία Αναρχικών Κομμουνιστών). Ελληνική μετάφραση «ούτε θεός-ούτε αφέντης» 30 Οκτώβρη 2007.

Πέμπτη 5 Φεβρουαρίου 2009

Οργανωτική Πλατφόρμα της Γενικής Ένωσης των Αναρχικών(Προσχέδιο)

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΤΟΥ ΜΕΤΑΦΡΑΣΤΗ
Ογδόντα ένα χρόνια έχουν περάσει από τη δημοσίευση, στις σελίδες της ρωσικής αναρχικής μηνιαίας εφημερίδας «Delo Truda», της Οργανωτικής Πλατφόρμας της Γενικής Ένωσης Αναρχικών (Προσχέδιο), αλλά το ζήτημα της αναρχικής οργάνωσης παραμένει ανοιχτό ακόμα μέχρι σήμερα, ένα ζήτημα το οποίο προκαλεί σκληρές διαμάχες και πολεμικές με τρομακτική ευκολία.
Στην πραγματικότητα, αποτελεί ένα ζήτημα το οποίο έχει επιλυθεί εδώ και πολύ καιρό:
ή δεχόμαστε την ανάγκη συνεύρεσης μεταξύ των αναρχικών στα πλαίσια των δικών τους ειδικών οργανώσεων έτσι που να ενισχύεται περισσότερο το επίπεδο ενότητας και της δυναμικής με το οποίο πρέπει να συμμετάσχουμε στους αγώνες ή δεν την δεχόμαστε, παραμένοντας ευχαριστημένοι που αποτελούμε μέρος ενός «χαοτικού» αναρχισμού που αρνείται μια τέτοια αναγκαιότητα για τον ένα ή τον άλλο λόγο, θεωρώντας την άσκοπη ή επικίνδυνη ή την δεχόμαστε, αλλά επιλέγουμε μια κατ’ όνομα μόνο αναρχική ενότητα, διαμέσου της οποίας οι διάφορες αποχρώσεις του αναρχισμού συνευρίσκονται κάτω από μια οργάνωση-ομπρέλα, χωρίς βέβαια καμία σοβαρή πολιτική ενότητα ή στρατηγική.
Η Οργανωτική Πλατφόρμα (συχνά γνωστή, κυρίως στην αγγλική γλώσσα, ως «Οργανωτική Πλατφόρμα των Ελευθεριακών Κομμουνιστών»), ήταν η πρώτη - από την εποχή του Μπακούνιν – προσπάθεια διατύπωσης μιας θεωρητικής και πρακτικής πλατφόρμας των θέσεων και των καθηκόντων των αναρχικών, η οποία μπορούσε να παρέχει στον αναρχισμό την απαραίτητη πολιτική και οργανωτική ενότητα ώστε να αυξηθεί η επιρροή των αναρχικών ιδεών στους κόλπους της κοινωνίας γενικότερα, καθώς και στα εργατικά κινήματα συγκεκριμένα, δεδομένου ότι τα θανάσιμα λάθη που έγιναν μετά την ήττα του αναρχισμού στη Ρωσική Επανάσταση από τον τότε λεγόμενο «παραδοσιακό» αναρχισμό ήταν τόσο έκδηλα. Η Πλατφόρμα δεν ασχολείται μόνο με τα οργανωτικά ζητήματα. Καταπιάνεται με ολόκληρη σειρά προβλημάτων: σηματοδοτεί ξεκάθαρα την ταξική φύση του αναρχισμού, καθορίζει τον ρόλο των αναρχικών στην προεπαναστατική και στην επαναστατική περίοδο, τοποθετεί τον ρόλο του συνδικαλισμού ως οργανικού μέσου του αγώνα, επεξηγεί τις βασικές αρχές του αναρχισμού όπως τον αντικαπιταλισμό, την άρνηση της αστικής δημοκρατίας, του Κράτους και της εξουσίας, και άλλα.
Για όλους αυτούς τους λόγους, η Οργανωτική Πλατφόρμα, αν και όχι «εξαντλητική» στην αντιμετώπιση εκ μέρους της των διαφόρων ζητημάτων και απαιτώντας μια περαιτέρω ανάπτυξη σε μερικά επίπεδα, αποτελεί ένα ντοκουμέντο τεράστιας αξίας, όχι μόνο ιστορικής, αλλά και πρακτικής. Αξιολογεί τη σοβαρή παραδοχή όλων αυτών που αγωνίζονται ή επιθυμούν να αγωνιστούν για ένα νέο κόσμο, μια νέα κοινωνία, μια νέα ανθρωπότητα.
Οι προηγούμενες μεταφράσεις της Πλατφόρμας στην αγγλική γλώσσα «υπέφεραν» από το γεγονός ότι δεν έγιναν κατευθείαν από το ρωσικό πρωτότυπο, αλλά από τη μετάφρασή του στη γαλλική γλώσσα. Έτσι, και με την ευκαιρία να θυμηθούμε την 80ή επέτειο δημοσίευσης του ντοκουμέντου, παρουσιάζουμε μια νέα μετάφραση κατευθείαν από το ρωσικό πρωτότυπο. Ωστόσο, για εξοικονόμηση χρόνου, η νέα αυτή μετάφραση έχει γίνει και σε αντιδιαστολή με τις υπάρχουσες μεταφράσεις.
Και καθώς οι μεταφράσεις της Πλατφόρμας σε διάφορες άλλες γλώσσες (όπως ολλανδική, ελληνική και ισπανική) έχουν κατά κανόνα γίνει από την αγγλική μετάφραση, είναι μια καλή ευκαιρία οι μεταφραστές να αναθεωρήσουν τις μεταφράσεις αυτές στη βάση της νέας αυτής μετάφρασης ή, εάν είναι δυνατόν, να βασισθούν στο ρωσικό πρωτότυπο που διατίθεται στην ιστοσελίδα www.nestormakhno.info
Τέλος, θα θέλαμε να ευχαριστήσουμε τους συντρόφους Will Firth και Mikhail Tsovma για την πολύτιμη βοήθεια (και υπομονή) τους με τη νέα αυτή μετάφραση.
Nestor McNab
Υπεύθυνος του The Nestor Makhno Archive (Αρχείου Νέστωρα Μάχνο)
www.nestormakhno.info

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Αναρχικοί,
Παρά τη δυναμικότητα και τον αδιαφιλονίκητο χαρακτήρα των αναρχικών ιδεών, παρά την καθαρότητα και ακεραιότητα των αναρχικών θέσεων όσον αφορά την κοινωνική επανάσταση, και παρά τον ηρωισμό και τις αμέτρητες θυσίες των αναρχικών στον αγώνα για τον Αναρχικό Κομμουνισμό, παρ’ όλ’ αυτά, το αναρχικό κίνημα έχει πάντα παραμείνει αδύνατο και εμφανίζεται αρκετά συχνά στην ιστορία των αγώνων της εργατικής τάξης, όχι ως ένας καθοριστικός του παράγοντας, αλλά ως ένα περιθωριακό γεγονός.
Αυτή η αντίφαση ανάμεσα στην θετική ουσία και το αναμφισβήτητο κύρος των αναρχικών ιδεών και τη μίζερη κατάσταση στην οποία βρίσκεται το αναρχικό κίνημα, έχει την εξήγησή της σε μια σειρά παραγόντων, με πιο σπουδαίο την απουσία οργανωτικών αρχών και οργανωτικών σχέσεων στον κόσμο των αναρχικών. Σε κάθε χώρα το αναρχικό κίνημα αντιπροσωπεύεται από τοπικές οργανώσεις, με αντιφατικές μεταξύ τους θεωρίες και τακτικές, χωρίς σχεδιασμό ή συνέχεια στην όλη τους δουλειά. Συνήθως εξαφανίζονται μετά από ένα χρονικό διάστημα, αφήνοντας ελάχιστα ή και καθόλου ίχνη. Εάν μελετήσουμε αυτή την κατάσταση συνολικά, μπορούμε μόνο να την ορίσουμε ως χρόνια γενική αποδιοργάνωση. Η αρρώστια αυτή της αποδιοργάνωσης που έχει εισβάλλει στις οργανώσεις του αναρχικού κινήματος ως κίτρινος πυρετός, το βασανίζει για αρκετές δεκαετίες.
Δεν υπάρχει αμφιβολία, ωστόσο, ότι αυτή η αποδιοργάνωση έχει τις ρίζες της σε έναν αριθμό θεωρητικών ελλείψεων, κυρίως στη λανθασμένη εκτίμηση της αρχής της ατομικότητας στον αναρχισμό: μιας αρχής που συγχέεται πολύ συχνά με την άποψη περί απουσίας κάθε υπευθυνότητας. Αυτοί που ερωτοτροπούν με το «εγώ», με το ένα μάτι μόνο στην προσωπική τους ευχαρίστηση, προσκολλώνται πεισματικά στην χαοτική αυτή κατάσταση του αναρχικού κινήματος και επικαλούνται, ως άμυνά τους, τις αμετάβλητες αρχές του αναρχισμού και των δασκάλων του.
Αλλά οι αμετάβλητες αρχές και οι δάσκαλοι έχουν δείξει ακριβώς το αντίθετο.
Η διασπορά συνεπάγεται όλεθρο, ενώ η συνοχή εξασφαλίζει ζωή και ανάπτυξη. Ο νόμος αυτός του κοινωνικού αγώνα ισχύει το ίδιο για τις τάξεις και για τις οργανώσεις.
Ο αναρχισμός δεν είναι μια θαυμάσια φαντασιοπληξία ούτε μια αφηρημένη φιλοσοφική ιδέα, αλλά ένα κοινωνικό κίνημα των εργαζομένων μαζών και γι’ αυτό και μόνο το λόγο πρέπει να συγκεντρώσει τις δυνάμεις του σε μια οργάνωση, συνεχώς δρώσα, όπως αυτό απαιτείται από την πραγματικότητα και τη στρατηγική της κοινωνικής ταξικής πάλης.
Όπως είπε ο Κροπότκιν:
«Είμαστε πεπεισμένοι ότι η δημιουργία ενός αναρχικού κόμματος στη Ρωσία, μακριά από το να είναι προκατειλημμένο για τη γενική επαναστατική προσπάθεια, είναι, αντίθετα, επιθυμητό και χρήσιμο σε μεγάλο βαθμό». (Πρόλογος στο «Η Παρισινή Κομμούνα» του Μ. Μπακούνιν, ρωσική έκδοση του 1892).
Ούτε ο Μπακούνιν αντιτάχθηκε στην ιδέα μιας γενικής αναρχικής οργάνωσης. Αντίθετα, οι φιλοδοξίες του για την οργάνωση όπως ακόμα και η δράση του στη Α’ Διεθνή, μας δίνουν κάθε δικαίωμα να τον δούμε ως έναν ενεργό συνήγορο μιας τέτοιας οργάνωσης. Γενικά μιλώντας, όλοι σχεδόν οι ενεργοί μαχητές του αναρχισμού ήσαν ενάντια στην κατακερματισμένη δράση και ονειρεύτηκαν ένα αναρχικό κίνημα ενωμένο διαμέσου ενός κοινού σκοπού και κοινών τακτικών.
Ήταν κατά τη διάρκεια της Ρωσικής επανάστασης του 1917 που η ανάγκη για μια γενική αναρχική οργάνωση έγινε αρκετά αισθητή και επείγουσα, δεδομένου ότι ήταν κατά τη διάρκεια της πορείας αυτής της επανάστασης που το αναρχικό κίνημα επέδειξε το μέγιστο βαθμό διάσπασης και μπερδέματος. Η απουσία μιας γενικής οργάνωσης οδήγησε αρκετούς δραστήριους αναρχικούς μαχητές να πλαισιώσουν τις γραμμές των Μπολσεβίκων. Αυτή η απουσία είναι, επίσης, ο λόγος για το ότι σήμερα αρκετοί άλλοι μαχητές βρίσκονται σε κατάσταση παθητικότητας που εμποδίζει κάθε χρήση των συχνά αξιοσημείωτων δυνατοτήτων τους. Έχουμε ζωτική ανάγκη μιας οργάνωσης, η οποία έχοντας συγκεντρώσει την πλειοψηφία των συμμετεχόντων στο αναρχικό κίνημα, θα δημιουργήσει μια κοινή τακτική και πολιτική γραμμή του αναρχισμού, γενόμενη έτσι ο οδηγός ολόκληρου του κοινωνικού κινήματος. Είναι η κρίσιμη ώρα που ο αναρχισμός, εγκαταλείποντας το τέλμα της ανοργανωσιάς, πρέπει να θέσει ένα τέλος στις ατελείωτες αμφιταλαντεύσεις όσον αφορά τα σπουδαιότατα ζητήματα θεωρίας και τακτικής, να κινηθεί αποφασιστικά προς έναν ξεκάθαρο σκοπό καθώς και μια οργανωμένη συλλογική πρακτική. Δεν είναι αρκετό, ωστόσο, να δηλώνουμε μόνο τη ζωτική ανάγκη μιας τέτοιας οργάνωσης. Είναι, επίσης, απαραίτητο να δημιουργήσουμε τα μέσα δημιουργίας της.
Αρνούμαστε ως θεωρητικά και πρακτικά ανυπόστατη, την ιδέα της δημιουργίας μιας οργάνωσης με τη συνταγή της «σύνθεσης», συνενώνοντας τους υποστηρικτές των διαφόρων τάσεων του αναρχισμού. Μια τέτοια οργάνωση, έχοντας αγκαλιάσει το ποτ-πουρί των αναρχικών (από θεωρητικής και πρακτικής άποψης) δεν θα ήταν τίποτε παραπάνω από μια μηχανιστική συγκέντρωση ατόμων διαφορετικών αντιλήψεων πάνω σε όλα τα ζητήματα που επηρεάζουν το αναρχικό κίνημα, η οποία αναπόφευκτα θα αποσυντεθεί σε μια περίπλοκη πραγματικότητα.
Η αναρχοσυνδικαλιστική προσέγγιση δεν επιλύει τις οργανωτικές δυσκολίες του αναρχισμού, δεδομένου ότι ο αναρχοσυνδικαλισμός αποτυγχάνει να δώσει προτεραιότητα σ΄ αυτές και στοχεύει μόνο στο να εισχωρήσει και να κερδίσει δύναμη στον κόσμο της εργασίας. Πάντως, ακόμα και αν δημιουργηθεί εκεί μια βάση, δεν υπάρχει τίποτα που να μπορούμε να πραγματοποιήσουμε στον κόσμο της εργασίας εκτός εάν έχουμε μια γενική αναρχική οργάνωση.
Η μόνη προσέγγιση που οδηγεί στη λύση του γενικού οργανωτικού προβλήματος είναι, όπως βλέπουμε, η στρατολόγηση των πιο ενεργών αναρχικών μαχητών στη βάση ειδικών θεωρητικών, τακτικών και οργανωτικών θέσεων, δηλαδή στη βάση ενός περισσότερο ή λιγότερο τελειοποιημένου ομοιογενούς προγράμματος.
Η επεξεργασία ενός τέτοιου προγράμματος είναι ένα από τα πρωταρχικά καθήκοντα τα οποία ο ίδιος ο κοινωνικός αγώνας απαιτεί από τους αναρχικούς τα τελευταία χρόνια. Και είναι σ’ αυτό το καθήκον που η Ομάδα Ρώσων Αναρχικών στο Εξωτερικό αφιερώνει ένα σημαντικό μέρος των προσπαθειών της. Η «Οργανωτική Πλατφόρμα» που δημοσιεύεται παρακάτω, αντιπροσωπεύει το περίγραμμα, το σκελετό ενός τέτοιου προγράμματος και πρέπει να μας εξυπηρετήσει ως ένα πρώτο βήμα προς τη συγκέντρωση των αναρχικών δυνάμεων σε μια μοναδική, δραστήρια, επαναστατική συλλογικότητα, ικανή για αγώνα, τη Γενική Ένωση των Αναρχικών. Δεν έχουμε αμφιβολίες ότι υπάρχουν ελλείψεις στην πλατφόρμα αυτή. Αλλά όπως σε κάθε νέα, πρακτική και, ταυτόχρονα, κριτική εκκίνηση, υπάρχουν αναμφίβολα χάσματα στην πλατφόρμα. Είναι πιθανόν κάποιες συγκεκριμένες σημαντικές θέσεις να μην έχουν συμπεριληφθεί στην πλατφόρμα ή άλλες να έχουν αναπτυχθεί κατά τρόπο ανεπαρκή ή κάποιες άλλες να είναι αρκετά λεπτομερείς ή και να επαναλαμβάνονται. Όλα αυτά είναι πιθανά, αλλά δεν είναι αυτό το ζήτημα. Αυτό που είναι σημαντικό είναι να θέσουμε τις βάσεις για μια γενική οργάνωση και αυτός ο στόχος μπορεί να επιτευχθεί, σε έναν απαραίτητο βαθμό, από την παρούσα πλατφόρμα. Είναι το καθήκον της γενικής αυτής συλλογικότητας - της Γενικής Αναρχικής Ένωσης - να επεξεργαστεί περαιτέρω και βελτιώσει την πλατφόρμα, μετατρέποντάς την σε ένα συγκροτημένο πρόγραμμα για ολόκληρο το αναρχικό κίνημα. Επίσης, δεν τρέφουμε αυταπάτες και σε ένα άλλο ζήτημα: Προβλέπουμε ότι μεγάλος αριθμός εκπροσώπων του λεγόμενου ατομικιστικού και «χαοτικού» αναρχισμού, θα μας επιτεθούν με αφρισμένο το στόμα και θα μας κατηγορήσουν ότι παραβαίνουμε τις αναρχικές αρχές. Γνωρίζουμε ακόμα, ότι αυτά τα ατομικιστικά και χαοτικά στοιχεία αντιλαμβάνονται ως «αναρχικές αρχές» τη στάση αδιαφορίας, την αταξία και την ανευθυνότητα που έχουν προκαλέσει όχι λίγες ανίατες αρρώστιες ενάντια στις οποίες αγωνιζόμαστε με όλη μας την ενεργητικότητα και το πάθος. Γι’ αυτό και μπορούμε να αγνοήσουμε ήρεμα κάθε επίθεση από αυτή την πλευρά.
Οι ελπίδες μας βασίζονται στους άλλους μαχητές - σ’ εκείνους που παραμένουν πιστοί στον αναρχισμό, που έχουν ζήσει την τραγωδία του αναρχικού κινήματος και ψάχνουν βασανιστικά για αδιέξοδο.
Εναποθέτουμε πολλές ελπίδες στην αναρχική νεολαία, αυτούς τους νέους συντρόφους που γεννήθηκαν με την πρώτη αναπνοή της Ρωσικής Επανάστασης και βρισκόμενοι από την αρχή στο κέντρο ολόκληρης της κλίμακας των εποικοδομητικών προβλημάτων, θα απαιτήσουν σίγουρα την εφαρμογή των θετικών και οργανωτικών αρχών του αναρχισμού. Προσκαλούμε όλες τις Ρωσικές αναρχικές οργανώσεις, που είναι διασκορπισμένες σε διάφορες χώρες του κόσμου, καθώς και μεμονωμένους αναρχικούς μαχητές, να συνενωθούν στη βάση μιας γενικής οργανωτικής πλατφόρμας.
Ας αποτελέσει η πλατφόρμα αυτή ένα επαναστατικό σύνθημα και σημείο εκκίνησης όλων των μαχητών του Ρωσικού αναρχικού κινήματος και ας σηματοδοτήσει τη γέννηση της Γενικής Ένωσης των Αναρχικών! Ζήτω το οργανωμένο αναρχικό κίνημα!
Ζήτω η Κοινωνική Επανάσταση των Εργατών του Κόσμου.
Η Ομάδα «Dielo Truda»
Pert Arsinov, γραμματέας της Ομάδας
20 Ιούνη 1926


ΓΕΝΙΚΟΣ ΤΟΜΕΑΣ

I. Η ΤΑΞΙΚΗ ΠΑΛΗ, Ο ΡΟΛΟΣ ΚΑΙ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ

«Δεν υπάρχει μία και μόνη ανθρωπότητα. Υπάρχει η ανθρωπότητα των τάξεων. Σκλάβοι και αφέντες».

Όπως οι κοινωνίες που προηγήθηκαν, έτσι και η σύγχρονη αστική καπιταλιστική κοινωνία δεν αποτελεί «μια ανθρωπότητα». Χωρίζεται σε δύο αρκετά διαφορετικά στρατόπεδα, διαφοροποιημένα εντελώς από την κοινωνική τους θέση και τις λειτουργίες: το προλεταριάτο (με την ευρεία έννοια της λέξης) και την μπουρζουαζία.
Το μεγαλύτερο μέρος του προλεταριάτου μεταφέρει για αιώνες το βάρος ολόκληρης της φυσικής, σκληρής εργασίας, οι καρποί της οποίας, ωστόσο, δεν μεταβιβάζονται σ΄ αυτό το ίδιο, αλλά σε μια άλλη, προνομιούχα τάξη, που κατέχει ιδιοκτησία, εξουσία και τα προϊόντα της κουλτούρας (επιστήμη, εκπαίδευση, τέχνη), την μπουρζουαζία. Η κοινωνική σκλαβιά και η εκμετάλλευση σε βάρος των εργατικών τάξεων δημιουργούν τη βάση στην οποία στηρίζεται η σύγχρονη κοινωνία και χωρίς αυτήν δεν θα μπορούσε να υπάρχει.
Αυτό το γεγονός γεννά μια αιώνια ταξική πάλη, η οποία, μερικές φορές, αποκτά έναν ανοιχτό, βίαιο χαρακτήρα, κάποιες φορές μη ερχόμενο στην επιφάνεια και σιγανό, αλλά πάντα θεμελιωδώς διευθυνόμενο προς τον μετασχηματισμό της παρούσας κοινωνίας σε μια κοινωνία που να ικανοποιεί τις ανάγκες των εργατών, τις απαιτήσεις τους καθώς και την αντίληψη της δικαιοσύνης.
Με κοινωνικούς όρους μιλώντας, ολόκληρη η ανθρώπινη ιστορία αντιπροσωπεύει την αδιάκοπη αλυσίδα αγώνων των εργαζόμενων για να κατακτήσουν τα δικαιώματά τους, την ελευθερία και μια καλύτερη ζωή. Σε όλες τις εποχές της ιστορίας των ανθρώπινων κοινωνιών αυτή η ταξική πάλη ήταν πάντα ο πρωτεύοντας παράγοντας καθορισμού της μορφής και της δομής αυτών των κοινωνιών.
Το κοινωνικό και πολιτικό καθεστώς κάθε χώρας είναι το πρωταρχικό παράγωγο της ταξικής πάλης. Η δομή κάθε κοινωνίας μας δείχνει το στάδιο στο οποίο βρισκόταν και βρίσκεται η ταξική πάλη. Ακόμα και η πιο ασήμαντη αλλαγή στην πορεία της διαπάλης μεταξύ των τάξεων, όσον αφορά τον συσχετισμό δυνάμεων της ταξικής πάλης, έχει ως αποτέλεσμα συνεχείς τροποποιήσεις στο σκελετό και τη δομή της κοινωνίας.
Αυτή είναι η γενική, οικουμενική σπουδαιότητα της ταξικής πάλης στη ζωή των ταξικών κοινωνιών.

II. Η ΑΝΑΓΚΑΙΟΤΗΤΑ ΜΙΑΣ ΒΙΑΙΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ

Η αρχή της σκλαβιάς και της εκμετάλλευσης σε βάρος των μαζών διαμέσου της βίας είναι η βάση της σύγχρονης κοινωνίας. Όλες οι τομείς της κοινωνίας – οικονομία, πολιτική, κοινωνικές σχέσεις - βασίζονται στην ταξική βία, τα επίσημα όργανα της οποίας είναι οι κρατικοί μηχανισμοί, η αστυνομία, ο στρατός και τα δικαστήρια. Καθετί σ’ αυτήν την κοινωνία, από κάθε ξεχωριστό εργοστάσιο μέχρι ολόκληρο το πολιτικό σύστημα του Κράτους, δεν είναι τίποτε άλλο από προμαχώνας του κεφαλαίου, όπου οι εργάτες επιτηρούνται για πάντα και όπου ειδικές δυνάμεις βρίσκονται σε συνεχή συναγερμό για να συντρίψουν κάθε κίνημα των εργατών που ίσως απειλήσει τα θεμέλια ή την παρούσα κοινωνία ή διαταράξει όσο μπορεί την ηρεμία της.
Την ίδια ώρα, η δομή αυτής της κοινωνίας διατηρεί εσκεμμένα τις εργατικές μάζες σε κατάσταση άγνοιας και πνευματικής στασιμότητας, ανακόπτοντας με τον καταναγκασμό την εκπαίδευση και διαφώτισή τους έτσι ώστε να είναι ευκολότερο να ελεγχθούν. Η πρόοδος της σύγχρονης κοινωνίας - η τεχνολογική ανάπτυξη του Κεφαλαίου και η τελειοποίηση του πολιτικού του συστήματος – ενισχύουν τη δύναμη των κυρίαρχων τάξεων και καθιστούν τον αγώνα ενάντιά τους όλο και περισσότερο δύσκολο, αναβάλλοντας, ως εκ τούτου, την αποφασιστική στιγμή της απελευθέρωσης της εργασίας.
Η ανάλυση της σύγχρονης κοινωνίας μας δείχνει ότι ο μόνος τρόπος να μετασχηματίσουμε την καπιταλιστική κοινωνία σε μια κοινωνία ελεύθερων εργαζομένων είναι η βίαιη κοινωνική επανάσταση.

III. ΑΝΑΡΧΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΑΝΑΡΧΙΚΟΣ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟΣ

Η ταξική πάλη που δημιουργήθηκε από τη βία της παμπάλαιας επιθυμίας των εργατών για ελευθερία, είχε ως αποτέλεσμα την ανάπτυξη της ιδέας του αναρχισμού στους κόλπους των καταπιεσμένων – την ιδέα της συνολικής άρνησης του κοινωνικού συστήματος που βασίζεται στην ταξική και κρατική διάρθρωση και της αντικατάστασής του από μια ελεύθερη α-κρατική κοινωνία εργατικής αυτοδιεύθυνσης.
Κατ’ αυτόν τον τρόπο αναπτυγμένος, ο αναρχισμός δεν είναι αποτέλεσμα των αφηρημένων ιδεών κάποιου ακαδημαϊκού ή φιλοσόφου, αλλά του άμεσου αγώνα των εργατών ενάντια στο κεφάλαιο, αποτέλεσμα των αναγκών και των φιλοδοξιών τους, της ψυχολογίας τους, της επιθυμίας τους για ελευθερία και ισότητα, φιλοδοξίες που έγιναν περισσότερο έντονες κατά τη διάρκεια των πιο ηρωικών περιόδων της ζωής και του αγώνα των εργατικών μαζών.
Οι εξέχοντες στοχαστές του αναρχισμού - Μπακούνιν, Κροπότκιν και άλλοι - δεν ανακάλυψαν την ιδέα του αναρχισμού, αλλά έχοντάς την ανακαλύψει στις εργαζόμενες τάξεις, απλώς βοήθησαν στην ανάπτυξη και προπαγάνδισή τους διαμέσου της δύναμης της σκέψης και των γνώσεών τους.
Ο αναρχισμός δεν είναι το παράγωγο ατομικιστικών δημιουργιών ούτε το αντικείμενο ατομικιστικών ερευνών.
Παρομοίως, με κανέναν τρόπο δεν είναι ο αναρχισμός το παράγωγο γενικών ανθρωπιστικών φιλοδοξιών. Δεν υπάρχει «μία μόνο» ανθρωπότητα. Κάθε προσπάθεια να πάψει ο αναρχισμός να αποτελεί χαρακτηριστικό στοιχείο ολόκληρης της ανθρωπότητας, όπως συμβαίνει σήμερα, ή να προσδιοριστεί με ένα γενικότερο ανθρωπιστικό χαρακτήρα, ίσως είναι μια ιστορική και κοινωνική ψευδολογία, που οδηγεί αναπόφευκτα στη δικαιολόγηση της παρούσας τάξης και μια νέα εκμετάλλευση. Ο αναρχισμός είναι γενικά ανθρωπιστικός, μόνο κατά την έννοια ότι τα ιδανικά των εργατικών μαζών τείνουν βελτιώνουν τη ζωή όλων των ανθρώπων και ότι η τύχη της ανθρωπότητας σήμερα ή αύριο θα είναι αξεχώριστη από αυτήν του σκλαβωμένου κόσμου της εργασίας. Εάν οι εργατικές τάξεις είναι νικήτριες, τότε ολόκληρο το ανθρώπινο είδος θα αναγεννηθεί. Εάν αποτύχουν, τότε η βία, η εκμετάλλευση, η σκλαβιά και η καταπίεση θα βασιλέψουν όπως πριν στον κόσμο. Η γέννηση, άνθηση και πραγματοποίηση των αναρχικών ιδεών έχουν τις ρίζες τους στη ζωή και στον αγώνα των εργατικών μαζών και είναι συνδεδεμένες με την τύχη τους.
Ο αναρχισμός στοχεύει να μετασχηματίσει τη σημερινή αστική καπιταλιστική κοινωνία σε μια κοινωνία η οποία θα εξασφαλίζει για τους εργάτες τα προϊόντα της εργασίας τους, ελευθερία, ανεξαρτησία και κοινωνική και πολιτική ισότητα. Αυτή η κοινωνία είναι ο Αναρχικός Κομμουνισμός. Είναι στον Αναρχικό Κομμουνισμό όπου, όχι μόνο η κοινωνική αλληλεγγύη, αλλά και η ελεύθερη ατομικότητα θα βρουν την πλήρη τους έκφραση και όπου αυτές οι δύο ιδέες θα αναπτυχθούν σε μια τέλεια αρμονία. Ο Αναρχικός Κομμουνισμός πιστεύει ότι ο μοναδικός δημιουργός όλου του κοινωνικού πλούτου είναι η εργασία - φυσική ή διανοητική – και, συνεπώς, μόνο ο κόσμος της εργασίας έχει το δικαίωμα να διευθύνει την οικονομική και δημόσια ζωή. Γι’ αυτό ο Αναρχικός Κομμουνισμός δεν δικαιολογεί ή ενθαρρύνει με κανέναν τρόπο την ύπαρξη μη εργαζομένων τάξεων.
Εάν αυτές οι τάξεις επιζήσουν και συνυπάρξουν με τον Αναρχικό Κομμουνισμό, τότε ο δεύτερος δεν θα έχει καμία ευθύνη απέναντί τους. Μόνο όταν οι μη εργαζόμενες τάξεις αποφασίσουν να γίνουν παραγωγικές και θελήσουν να ζήσουν σε ένα κοινωνικό σύστημα Αναρχικού Κομμουνισμού, κάτω από τις ίδιες συνθήκες όπως κάθε άλλος, τότε θα πάρουν τη θέση τους στην κοινωνία, δηλαδή τη θέση των ελεύθερων μελών της κοινωνίας ίσοι προς καθένα άλλον, απολαμβάνοντας τα ίδια δικαιώματα αυτής της κοινωνίας και έχοντας τις ίδιες γενικές υποχρεώσεις.
Ο Αναρχικός Κομμουνισμός επιζητεί τον τερματισμό κάθε εκμετάλλευσης και βίας, είτε αυτές εξασκούνται σε βάρος ατόμων είτε σε βάρος εργατικών μαζών. Με τον τερματισμό αυτό θα δημιουργήσει μια οικονομική και κοινωνική βάση η οποία θα ενοποιήσει την οικονομική και κοινωνική ζωή σε ένα αρμονικό σύνολο που θα εγγυηθεί σε κάθε άτομο την ισότητα με κάθε άλλον, προσφέροντας στον καθένα το μεγαλύτερο επίπεδο ευημερίας. Η βάση αυτή είναι η κοινή ιδιοκτησία στα μέσα και εργαλεία παραγωγής (βιομηχανία, συγκοινωνία, γη, πρώτες ύλες κ.λπ.) και η οικοδόμηση εθνικών οικονομικών οργανισμών με βάση την ισότητα και την αυτοδιεύθυνση των εργατικών τάξεων. Στα πλαίσια αυτής της αυτοδιευθυνόμενης κοινωνίας των εργατών, ο Αναρχικός Κομμουνισμός καθορίζει δημιουργεί την αρχή της ίσης αξίας και του δικαιώματος της ισότητας μεταξύ κάθε ατόμου (όχι μιας «αφηρημένης» ατομικότητας ούτε μιας «μυστικοπαθούς ατομικότητας» ή της αντίληψης της «ατομικότητας ως ιδέας»).
Είναι αυτή την αρχή της ίσης αξίας και του ίσου δικαιώματος του κάθε ατόμου καθώς και από το γεγονός ότι η αξία της εργασίας που εκτελείται από κάθε άτομο δεν μπορεί να μετρηθεί ή να αποδειχθεί επακριβώς, που έχει ως αποτέλεσμα την διακηρυγμένη οικονομική, κοινωνική και νομική αρχή του Αναρχικού Κομμουνισμού: «Από τον καθένα σύμφωνα με τις ικανότητές του στον καθένα σύμφωνα με τις ανάγκες του».

IV. Η ΑΡΝΗΣΗ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Η δημοκρατία είναι μια από τις μορφές της αστικής καπιταλιστικής κοινωνίας.
Η βάση της δημοκρατίας είναι η διατήρηση των δύο ανταγωνιστικών τάξεων της σύγχρονης κοινωνίας, της εργασίας και του κεφαλαίου - και της συνεργασίας τους στη βάση της ιδιωτικής καπιταλιστικής ιδιοκτησίας. Το κοινοβούλιο και η εθνική αντιπροσωπευτική κυβέρνηση είναι οι εκφράσεις αυτής της συνεργασίας.
Επισήμως, η δημοκρατία διακηρύσσει την ελευθερία λόγου, τύπου, οργάνωσης καθώς και την οικουμενική ισότητα μπροστά στο νόμο.
Στην πραγματικότητα, όλες αυτές οι ελευθερίες είναι ενός αρκετά σχετικού χαρακτήρα: επιτρέπονται μόνο εάν δεν έρχονται σε διαμάχη με τα συμφέροντα της κυρίαρχης τάξης, δηλαδή της μπουρζουαζίας. Η δημοκρατία διαφυλάσσει άθικτη την αρχή της ιδιωτικής καπιταλιστικής ιδιοκτησίας. Έτσι, δίνει στην μπουρζουαζία το δικαίωμα να ελέγχει ολόκληρη την οικονομική ζωή μιας χώρας, όπως και τον Τύπο, την εκπαίδευση, την επιστήμη, τις τέχνες, κάτι που στην πραγματικότητα την καθιστά απόλυτο κυρίαρχο της χώρας. Απολαμβάνοντας το μονοπώλιο της οικονομικής ζωής, η μπουρζουαζία είναι επίσης ελεύθερη να επεκτείνει την ολοκληρωμένη και απεριόριστη εξουσία της και στην πολιτική σφαίρα, με αποτέλεσμα το κοινοβούλιο και η αντιπροσωπευτική κυβέρνηση στις δημοκρατίες να μην είναι τίποτε άλλο από ποικιλίες της δικτατορίας της μπουρζουαζίας, καθώς οι απατηλές πολιτικές της ελευθερίες και οι δημοκρατικές εγγυήσεις είναι προπέτασμα καπνού για να αποκρυφτεί η αληθινή της ταυτότητα

V. Η ΑΡΝΗΣΗ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ

Οι ιδεολογίες της μπουρζουαζίας ορίζουν το Κράτος ως το όργανο που διακανονίζει τις περίπλοκες πολιτικές, δημόσιες και κοινωνικές σχέσεις ανάμεσα στους ανθρώπους στα πλαίσια της σύγχρονης κοινωνίας, προστατεύοντας το νόμο και την τάξη αυτής της κοινωνίας. Οι αναρχικοί συμφωνούν με αυτό τον ορισμό, αλλά συμπληρώνουν, ότι ο νόμος και η τάξη όπου βασίζεται αυτή η κοινωνία αποκρύπτει την σκλαβιά σε βάρος της μεγάλης πλειοψηφίας του λαού από μια ασήμαντη μειοψηφία και ότι το σύγχρονο Κράτος εξυπηρετεί τη διατήρηση αυτής της σκλαβιάς. Το Κράτος είναι ταυτόχρονα και η οργανωμένη βία της μπουρζουαζίας ενάντια στους εργάτες καθώς και το όργανο του εκτελεστικού της μηχανισμού. Οι αριστεροί σοσιαλιστές και, συγκεκριμένα, οι Μπολσεβίκοι, θεωρούν επίσης την αστική εξουσία και το αστικό Κράτος εργαλεία του κεφαλαίου. Αλλά αυτοί πιστεύουν ότι στα χέρια των σοσιαλιστικών κομμάτων, η κρατική εξουσία μπορεί να αποτελέσει ένα δυναμικό όπλο στον αγώνα για την χειραφέτηση του προλεταριάτου. Για το λόγο αυτό, τα κόμματά τους αγωνίζονται για μια σοσιαλιστική εξουσία και ένα προλεταριακό Κράτος. Μερικά απ’ αυτά (οι σοσιαλδημοκράτες) θέλουν να κατακτήσουν την εξουσία διαμέσου ειρηνικών και κοινοβουλευτικών μέσων, ενώ άλλα (οι Κομμουνιστές, οι αριστεροί σοσιαλεπαναστάτες) επιζητούν να κατακτήσουν την εξουσία με επαναστατικά μέσα. Ο αναρχισμός θεωρεί αυτές τις δύο τάσεις θεμελιωδώς λανθασμένες, καταστρεπτικές για την χειραφέτηση του κόσμου της εργασίας. Η κρατική εξουσία πηγαίνει πάντα χέρι-χέρι με την εκμετάλλευση και τη σκλαβιά σε βάρος του λαού. Γεννήθηκε απ’ αυτή την εκμετάλλευση ή δημιουργήθηκε απ’ αυτή. Η κρατική εξουσία χωρίς βία και εκμετάλλευση χάνει κάθε λόγο ύπαρξης. Το Κράτος και η εξουσία ληστεύουν από τις μάζες όλη τους την πρωτοβουλία και σκοτώνουν το πνεύμα δημιουργικότητας και ελεύθερης δραστηριότητας, καλλιεργώντας σ’ αυτές τη δουλική ψυχολογία, την υποταγή, την τυφλή εμπιστοσύνη σε κυρίαρχους και αφεντικά. Έτσι, η απελευθέρωση της εργασίας είναι δυνατή μόνο διαμέσου της διαδικασίας του άμεσου επαναστατικού αγώνα από πλευράς των εργατικών μαζών και των ταξικών τους οργανώσεων ενάντια στο καπιταλιστικό σύστημα.
Η κατάκτηση της εξουσίας από τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα διαμέσου κοινοβουλευτικών μεθόδων στα πλαίσια του παρόντος συστήματος, δεν θα προωθήσει περαιτέρω την χειραφέτηση της εργασίας ούτε στο ελάχιστο, για τον απλό λόγο ότι η πραγματική εξουσία, και η πραγματικοί κυρίαρχοι, θα παραμείνουν με την μπουρζουαζία, η οποία έχει τον πλήρη έλεγχο της οικονομικής και πολιτικής ζωής της χώρας. Ο ρόλος μιας σοσιαλιστικής αρχής περιορίζεται σε μεταρρυθμίσεις για να βελτιωθεί αυτό το ίδιο το αστικό καθεστώς. (Ας δούμε το παράδειγμα του ΜακΝτόναλντ των Σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων της Γερμανίας, της Σουηδίας και του Βελγίου, τα οποία έχουν έρθει στην εξουσία κάτω από ένα καπιταλιστικό σύστημα κοινωνία).
Ούτε μπορεί η κατάκτηση της εξουσίας διαμέσου μιας κοινωνικής επανάστασης και της οργάνωσης ενός αποκαλούμενου προλεταριακού Κράτους να εξυπηρετήσει την υπόθεση της αυθεντικής χειραφέτησης της εργασίας. Το Κράτος που υποτίθεται ότι δημιουργείται αρχικά για την υπεράσπιση της επανάστασης, συσσωρεύει αναπόφευκτα τις ειδικές του ανάγκες και γίνεται αυτοσκοπός το ίδιο, δημιουργώντας συγκεκριμένες, προνομιούχες κάστες και ανασυνθέτοντας τη βάση της καπιταλιστικής εξουσίας και του Κράτους: τη σκλαβιά και εκμετάλλευση σε βάρος των μαζών διαμέσου της βίας (παράδειγμα το «εργατικό-αγροτικό Κράτος» των Μπολσεβίκων).

VI. ΟΙ ΜΑΖΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΑΝΑΡΧΙΚΟΙ
Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΚΑΘΕΝΑ ΣΤΟΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΑΓΩΝΑ
ΚΑΙ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΉ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ

Οι πρωτεύουσες δυνάμεις της κοινωνικής επανάστασης είναι η εργατική τάξη των πόλεων, οι αγρότες και, εν μέρει, η εργαζόμενη διανόηση.
Να σημειωθεί ότι, ενώ η εργαζόμενη διανόηση αποτελεί, όπως το προλεταριάτο των πόλεων και οι αγρότες, μια εκμεταλλευόμενη και καταπιεσμένη τάξη, είναι περισσότερο χωρισμένη σε στρώματα απ’ ό,τι οι εργάτες και αγρότες, χάρη στα οικονομικά προνόμια που παραχωρεί η μπουρζουαζία σε συγκεκριμένα στοιχεία της. Γι’ αυτό στις πρώτες μέρες της κοινωνικής επανάστασης μόνο το περισσότερο ανασφαλές στρώμα της διανόησης θα πάρει ενεργό μέρος σ’ αυτή.
Ο ρόλος των μαζών στην κοινωνική επανάσταση και η δημιουργία του σοσιαλισμού διαφέρει κατά πολύ από αυτόν που προβλέπεται γι’ αυτές από τα κρατιστικά κόμματα. Ενώ ο μπολσεβικισμός και οι συγγενικές του τάσεις θεωρούν ότι ο λαός έχει μόνο καταστρεπτικά επαναστατικά ένστικτα και είναι ανίκανος για μια δημιουργική και ανοικοδομητική δραστηριότητα – ο κύριος λόγος για το ότι η εξουσία αυτή πρέπει να συγκεντρωθεί στα χέρια αυτών που σχηματίζουν την κυβέρνηση του Κράτους της Κεντρικής Επιτροπής του κόμματος – οι αναρχικοί, αντίθετα, πιστεύουν ότι οι εργατικές μάζες έχουν έμφυτες δημιουργικές και εποικοδομητικές ικανότητες και φιλοδοξούν να παρασύρουν τα εμπόδια που παρακωλύουν την εκδήλωση αυτών των ικανοτήτων.
Οι αναρχικοί, στην πραγματικότητα, βλέπουν το Κράτος ως το πρωτεύον εμπόδιο δεδομένου ότι σφετερίζεται τα δικαιώματα των μαζών και αφαιρεί απ’ αυτές όλες τους τις λειτουργίες στην οικονομική και κοινωνική ζωή. Το Κράτος πρέπει να εξαφανιστεί, αλλά όχι κάποια μέρα στην μελλοντική κοινωνία. Πρέπει να καταστραφεί από τους εργάτες την πρώτη κιόλας μέρα της νίκης τους και δεν πρέπει να αποκατασταθεί κάτω από οποιαδήποτε αμφίεση. Η θέση του θα αναπληρωθεί από ένα σύστημα αυτοδιευθυνόμενων εργατικών οργανώσεων παραγωγών και καταναλωτών, σε ομοσπονδιακή βάση. Αυτό το σύστημα αποκλείει και την οργάνωση της κρατικής εξουσίας και τη δικτατορία οποιουδήποτε κόμματος.
Η Ρωσική Επανάσταση του 1917 επεξηγεί επακριβώς αυτήν την προσέγγιση της χειραφέτησης διαμέσου της δημιουργίας ενός συστήματος εργατικών και αγροτικών σοβιέτ (συμβουλίων) και εργοστασιακών επιτροπών. Το τραγικό της λάθος ήταν ότι δεν εκκαθάρισε στα πρώτα της στάδια την οργάνωση της κρατικής εξουσίας – πρώτα την εξουσία της προσωρινής κυβέρνησης και ακολούθως αυτήν των Μπολσεβίκων. Οι δεύτεροι, εκμεταλλευόμενοι την εμπιστοσύνη των εργατών και αγροτών, αναδιοργάνωσαν το αστικό Κράτος σύμφωνα με τις περιστάσεις της στιγμής και με τη βοήθεια αυτού του Κράτους, δολοφόνησαν τη δημιουργική δραστηριότητα των επαναστατικών μαζών στραγγαλίζοντας το ελεύθερο σύστημα των σοβιέτ και των εργοστασιακών επιτροπών που ήσαν τα πρώτα βήματα προς τη δημιουργία μιας α-κρατικής κοινωνίας. Η δραστηριότητα των αναρχικών μπορεί να διακριθεί σε δύο φάσεις: αυτή κατά την προεπαναστατική περίοδο και αυτή κατά την επαναστατική περίοδο. Σε κάθε περίπτωση, οι αναρχικοί τότε μπορούν να εκπληρώσουν το ρόλο τους ως οργανωμένη δύναμη εάν έχουν μια ξεκάθαρη αντίληψη των στόχων του αγώνα τους καθώς και των μεθόδων που οδηγούν στην πραγματοποίησή τους. Στην προεπαναστατική περίοδο, το θεμελιώδες καθήκον της Γενικής Αναρχικής Ένωσης είναι να προετοιμάσει τους εργάτες και αγρότες για την κοινωνική επανάσταση.
Αρνούμενος την επίσημη (αστική) δημοκρατία και την κρατική εξουσία και διακηρύσσοντας την πλήρη χειραφέτηση της εργασίας, ο αναρχισμός τοποθετεί τη μέγιστη έμφασή του στις αυστηρές αρχές της ταξικής πάλης, επαγρυπνώντας και αναπτύσσοντας την επαναστατική ταξική συνείδηση και την επαναστατική ταξική αδιαλλαξία στις μάζες.
Η αναρχική εκπαίδευση των μαζών πρέπει να γίνεται στο πνεύμα της ταξικής αδιαλλαξίας, του αντιδημοκρατισμού, του αντικρατισμού καθώς και στο πνεύμα των ιδεών του Αναρχικού Κομμουνισμού, αν και η εκπαίδευση από μόνη της δεν είναι αρκετή. Επίσης χρειάζεται μια μορφή αναρχικής οργάνωσης στις μάζες. Εάν θέλουμε να πραγματοποιηθούν όλα αυτά είναι απαραίτητο να εργαστούμε προς δύο κατευθύνσεις: από τη μια, με την επιλογή και συνεύρεση των επαναστατικών εργατικών και αγροτικών δυνάμεων στη βάση της αναρχικής θεωρίας (ειδικές αναρχικές οργανώσεις) και, από την άλλη, με την ανασύνταξη των επαναστατών εργατών και αγροτών στη βάση της παραγωγής και της κατανάλωσης (επαναστατικές εργατικές και αγροτικές παραγωγικές οργανώσεις, ελεύθεροι εργατικοί και αγροτικοί συνεταιρισμοί κ.λπ.).
Η εργατική και αγροτική τάξη, οργανωμένες στη βάση της παραγωγής και της κατανάλωσης, διαποτισμένες με την ιδεολογία του επαναστατικού αναρχισμού, θα είναι πρώτες ανάμεσα στα ακλόνητα προπύργια της κοινωνικής επανάστασης και όσο περισσότερο η αναρχική συνείδηση και η αναρχική οργάνωση διαχέονται μέσα σ’ αυτές τώρα τόσο περισσότερο θα επιδείξουν τον αναρχικό στόχο, την αναρχική σταθερότητα και την αναρχική δημιουργικότητα τις πρώτες ώρες της επανάστασης.
Όσον αφορά την εργατική τάξη στη Ρωσία, μετά από οκτώ χρόνια μπολσεβίκικης δικτατορίας, η οποία αλυσοδένει την φυσική ανάγκη των μαζών για ελεύθερη δραστηριότητα, αποδεικνύοντας καλύτερα από ποτέ την αληθινή φύση όλων των εξουσιών, είναι ξεκάθαρο ότι αυτή η τάξη κρύβει μέσα της τεράστιες δυνατότητες για δημιουργία ενός μαζικού αναρχικού και αναρχοσυνδικαλιστικού κινήματος. Οι οργανωμένοι αναρχικοί μαχητές πρέπει άμεσα και με όλες τους τις δυνάμεις να καλλιεργήσουν αυτή τη διάθεση και τις δυνατότητες για να μην εκφυλιστούν μέσα στο Μενσεβικισμό.
Γι’ αυτό οι αναρχικοί πρέπει, χωρίς καθυστέρηση, να αφιερώσουν τις προσπάθειές τους στην οργάνωση των φτωχών αγροτών που καταπιέζονται από τις εξουσίες, αλλά επιζητώντας διέξοδο για την χειραφέτησή τους, κρύβουν μέσα τους τεράστιες επαναστατικές δυνατότητες. Ο ρόλος των αναρχικών στην επαναστατική περίοδο δεν μπορεί να περιοριστεί απλώς και μόνο στην προπαγάνδιση αναρχικών συνθημάτων και ιδεών. Η ζωή δεν είναι μια αρένα για την προπαγάνδιση της μιας ή της άλλης ιδέας, αλλά επίσης, και στον ίδιο βαθμό, μια αρένα για αγώνα, όπου οι δυνάμεις εκείνες που φιλοδοξούν να επηρεάσουν την κοινωνία κάνουν τα πάντα για να κατακτήσουν το υψηλότερο ιδεολογικό βάθρο. Και περισσότερο από κάθε άλλη ιδέα, ο αναρχισμός πρέπει να γίνει η καθοδηγητική ιδέα της επανάστασης, γιατί μόνο με τις αναρχικές ιδέες μπορεί κοινωνική επανάσταση μπορεί να επιτύχει την ολοκληρωτική χειραφέτηση της εργασίας.
Η καθοδηγητική θέση των αναρχικών ιδεών στην επανάσταση συνεπάγεται, ταυτόχρονα, ότι οι αναρχικοί και η αναρχική θεωρία παίζουν σημαίνοντα ρόλο στα γεγονότα. Ωστόσο, αυτή η επίδραση δεν πρέπει να συγχέεται με την πολιτική ηγεσία των κρατιστικών κομμάτων, που οδηγεί τελικά στην κρατική εξουσία. Ο αναρχισμός δεν φιλοδοξεί να κατακτήσει την πολιτική εξουσία, να δημιουργήσει μια δικτατορία. Η πρωταρχική του φιλοδοξία είναι να βοηθήσει τις μάζες να πάρουν τον αυθεντικό δρόμο προς την κοινωνική επανάσταση και την σοσιαλιστική οικοδόμηση. Αλλά δεν είναι αρκετό να μπουν οι μάζες στο δρόμο της κοινωνικής επανάστασης. Πρέπει επίσης να εξασφαλισθεί ότι επανάσταση θα διατηρήσει το σκοπό και το αντικείμενό της – την ανατροπή της καπιταλιστικής κοινωνίας στο όνομα της κοινωνίας των ελεύθερων εργατών. Όπως μας έχει δείξει η εμπειρία της Ρωσικής Επανάστασης του 1917, το καθήκον αυτό δεν είναι εύκολο, κυρίως εξαιτίας των αναρίθμητων κομμάτων τα οποία προσπαθούν να κατευθύνουν το κίνημα προς μια κατεύθυνση αντίθετη στην κοινωνική επανάσταση.
Αν και οι μάζες σε κοινωνικές εξεγέρσεις παρακινούνται βαθύτατα από αναρχικές τάσεις και συνθήματα, παραμένουν ασυντόνιστες με κάθε τρόπο και, ως αποτέλεσμα, οι τάσεις αυτές να μην έχουν τη συνοχή και την έφεση να γίνουν καθοδηγητικές ιδέες, κάτι που είναι απαραίτητο εάν η κοινωνική επανάσταση πρέπει να διατηρήσει την αναρχική της κατεύθυνση και τον αναρχικό αντικειμενικό σκοπό. Η κατευθυντήρια δύναμη των ιδεών μπορεί μόνο να βρει την έκφρασή της σε μια ειδική συλλογικότητα η οποία θα έχει δημιουργηθεί από τις μάζες ακριβώς γι’ αυτό το σκοπό. Τα οργανωμένα αναρχικά στοιχεία και το οργανωμένο αναρχικό κίνημα θα απαρτίζουν ακριβώς αυτή τη συλλογικότητα.
Κατά τη διάρκεια της επανάστασης, αυτή η συλλογικότητα, δηλαδή η Γενική Αναρχική Ένωση, θα έχει μεγάλες θεωρητικές και πρακτικές υπευθυνότητες.
Πρέπει να παίρνει πρωτοβουλίες και να επιδεικνύει συνολική αφοσίωση σε κάθε πτυχή της κοινωνικής επανάστασης, συμπεριλαμβανομένων της κατεύθυνσης και του χαρακτήρα της επανάστασης, του εμφυλίου πολέμου και της άμυνας της επανάστασης, των θετικών καθηκόντων της επανάστασης, του νέου συστήματος παραγωγής και κατανάλωσης, του αγροτικού ζητήματος κ.λπ. Σε όλα αυτά πρέπει να υπάρξουν συγκεκριμένες απαντήσεις από τους αναρχικούς. Και από τη στιγμή που οι αναρχικοί φέρνουν στην αντίληψή τους για την επανάσταση και την αναρχική δομή της κοινωνίας στη δημόσια προσοχή, είναι υποχρεωμένοι να δώσουν μια συγκεκριμένη απάντηση, να συνδέσουν την επίλυση αυτών των προβλημάτων με τη γενική ιδέα του αναρχισμού και να αφοσιωθούν με όλες τους τις δυνάμεις στην αποτελεσματική πραγματοποίησή τους.
Μόνο μ’ αυτό τον τρόπο η Γενική Αναρχική Ένωση και το αναρχικό κίνημα μπορούν να επιβεβαιώσουν με επιτυχία τον ρόλο τους ως η θεωρητική καθοδηγητική δύναμη της κοινωνικής επανάστασης.

VII. Η ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ

Τα σοσιαλιστικά πολιτικά κόμματα χρησιμοποιούν τον όρο «μεταβατική περίοδος» αναφερόμενα σε μια ειδική φάση στη ζωή του λαού, τα απαραίτητα χαρακτηριστικά της οποίας είναι μια ρήξη με την παλαιά τάξη πραγμάτων συνεπάγεται ακόμα την ολοκληρωτική απελευθέρωση των εργατών.
Υπό αυτή την έννοια, όλα τα μίνιμουμ προγράμματα των σοσιαλιστικών πολιτικών κομμάτων, για παράδειγμα το δημοκρατικό πρόγραμμα των οπορτουνιστών σοσιαλιστών ή το κομμουνιστικό πρόγραμμα της «δικτατορίας του προλεταριάτου», είναι προγράμματα μεταβατικής περιόδου.
Το κύριο χαρακτηριστικό όλων αυτών των μίνιμουμ προγραμμάτων είναι ότι αντιμετωπίζουν την ολοκληρωτική εφαρμογή των εργατικών ιδεών – την ανεξαρτησία, την ελευθερία και την ισότητα - ως απραγματοποίητη προς στιγμήν και, ως αποτέλεσμα, διατηρούν μια ολόκληρη σειρά θεσμών του καπιταλιστικού συστήματος: την αρχή του κρατικού καταναγκασμού, της ιδιωτικής ιδιοκτησίας πάνω στα μέσα και τα εργαλεία παραγωγής, τη γραφειοκρατία και αρκετά άλλα, σύμφωνα με τους στόχους του προγράμματος κάθε πολιτικού κόμματος. Οι αναρχικοί ήταν από ανέκαθεν θεμελιώδεις εχθροί τέτοιων προγραμμάτων, θεωρώντας ότι με την οικοδόμηση μεταβατικών συστημάτων συντηρούνται οι αρχές της εκμετάλλευσης και του καταναγκασμού των μαζών που οδηγούν αναπόφευκτα ξανά στη σκλαβιά. Αντί για μίνιμουμ πολιτικά προγράμματα, οι αναρχικοί υπερασπίζονται πάντα την ιδέα της κοινωνικής επανάστασης, η οποία αποστερεί από την καπιταλιστική τάξη τα οικονομικά και κοινωνικά της προνόμια και τοποθετεί τα μέσα και εργαλεία παραγωγής καθώς και κάθε άλλη λειτουργία της οικονομικής και κοινωνικής ζωής στα χέρια των εργατών.
Και αυτή ήταν η θέση που οι αναρχικοί διατήρησαν μέχρι σήμερα.
Η ιδέα της μεταβατικής περιόδου, σύμφωνα με την οποία η κοινωνική επανάσταση δεν πρέπει να οδηγήσει σε μια αναρχική κοινωνία, αλλά σε ένα άλλο σύστημα που διατηρεί στοιχεία και υπολείμματα του παλαιού καπιταλιστικού καθεστώτος, είναι στην ουσία αντι-αναρχική. Εμπεριέχει την απειλή της υποστήριξης και ανάπτυξης αυτών των στοιχείων στις προηγούμενες διαστάσεις τους και γι’ αυτό αντιστρέφοντας τα γεγονότα.
Ένα ξεκάθαρο παράδειγμα γι’ αυτό είναι το καθεστώς της «δικτατορίας του προλεταριάτου» που δημιουργήθηκε από τους Μπολσεβίκους στη Ρωσία, το οποίο σύμφωνα με αυτούς επρόκειτο μόνο να αποτελέσει μεταβατικό στάδιο προς τον ανεπτυγμένο κομμουνισμό, αλλά το οποίο, σύμφωνα με την πραγματικότητα, είχε ως αποτέλεσμα την επαναφορά της ταξικής κοινωνίας, στη βάση της οποίας, όπως και πριν, βρίσκουμε τους εργάτες και αγρότες.
Το κέντρο βάρους της οικοδόμησης μιας αναρχικής κοινωνίας δεν συνίσταται από την εξασφάλιση για κάθε άτομο ξεχωριστά, από την πρώτη μέρα κιόλας της επανάστασης, απεριόριστης ελευθερίας ώστε να επιζητήσει την ικανοποίηση όλων των αναγκών του, αλλά συνίσταται στην κατάκτηση της κοινωνικής βάσης αυτής της κοινωνίας και στην δημιουργία της αρχής των σχέσεων ανάμεσα στους ανθρώπους. Το ζήτημα της μεγαλύτερης ή λιγότερης αφθονίας πόρων δεν είναι ζήτημα αρχών, αλλά τεχνικό θέμα.
Η θεμελιώδης αρχή πάνω στην οποία θα ανεγερθεί και θα εγκαθιδρυθεί η νέα κοινωνία, το ηθικό δίδαγμα πάνω στο οποίο θα θεμελιωθεί και το οποίο δεν πρέπει με κανέναν τρόπο να περιορισθεί, είναι αυτό της ισότητας των σχέσεων, της ελευθερίας και της ανεξαρτησίας των εργατών. Η αρχή αυτή είναι το πρώτο θεμελιώδες αίτημα των μαζών, στο όνομα του οποίου θα εξεγερθούν σε μια κοινωνική επανάσταση.
Είτε η κοινωνική επανάσταση θα τερματιστεί με την ήττα των εργατών, περίπτωση κατά την οποία πρέπει να αρχίσουμε ξανά από την αρχή να προετοιμαζόμαστε για ένα άλλον αγώνα, μια φρέσκια επίθεση ενάντια στο καπιταλιστικό σύστημα, είτε θα οδηγήσει στη νίκη των εργατών, περίπτωση κατά την οποία, έχοντας απαλλοτριώσει τα μέσα που μας επιτρέπουν την αυτοδιεύθυνση στη γη, την παραγωγή και τις κοινωνικές λειτουργίες, (οι εργάτες) θα ξεκινήσουν τη δημιουργία μιας ελεύθερης κοινωνίας. Αυτή η στιγμή θα είναι η αρχή της οικοδόμησης μιας αναρχικής κοινωνίας, η οποία, από τη στιγμή που θα αρχίσει, θα αναπτύσσεται συνεχώς, θα δυναμώνει και θα βελτιώνεται συνεχώς.
Συνεπώς, η απαλλοτρίωση των παραγωγικών και κοινωνικών λειτουργιών θα αποτελέσει τη διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στην κρατιστική και την μη κρατιστική εποχή.
Για να γίνει ο πόλος συσπείρωσης των αγωνιζόμενων μαζών και της κοινωνικής επαναστατικής εποχής, ο αναρχισμός δεν πρέπει να αποκρύψει στις βασικές του αρχές ούτε και να στεγάσει στο πρόγραμμά του ίχνη της παλαιάς τάξης, οπορτουνιστικές τάσεις μεταβατικών συστημάτων και περιόδων, αντίθετα πρέπει να αναπτύξει τις αρχές του και να τις εκλαϊκεύσει όσο πιο εκτεταμένα γίνεται.

VIII. ΑΝΑΡΧΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΜΟΣ

Η τάση αντιπαράθεσης του αναρχικού κομμουνισμού με το συνδικαλισμό και το αντίθετο, είναι κάτι που το θεωρούμε τεχνητό και στερημένο από κάθε βάση και λογική.
Οι ιδέες του κομμουνισμού και του συνδικαλισμού απασχολούν δύο διαφορετικά σχέδια. Ενώ ο κομμουνισμός, δηλαδή η ελεύθερη κοινωνία των ελεύθερων εργατών, είναι ο στόχος του αναρχικού αγώνα, ο συνδικαλισμός, το επαναστατικό κίνημα των βιομηχανικών εργατών που βασίζεται στα επαγγέλματα, είναι μόνο μια από τις μορφές του επαναστατικού ταξικού αγώνα.
Στην προσπάθειά του να συνενώσει τους εργάτες στη βάση της παραγωγής, ο επαναστατικός συνδικαλισμός, όπως κάθε συνδικαλιστικό κίνημα, δεν έχει μια συγκεκριμένη ιδεολογία, δεν έχει παγκόσμια αντίληψη αγκαλιάζοντας όλα τα πολύπλοκα κοινωνικά και πολιτικά ζητήματα της σύγχρονης πραγματικότητας. Αντανακλά πάντα τις ιδεολογίες ποικίλων πολιτικών ομαδοποιήσεων, ειδικά αυτών που εργάζονται περισσότερο έντονα στις γραμμές του.
Η δική μας στάση απέναντι στον επαναστατικό συνδικαλισμό είναι αυτό που έχει ήδη ειπωθεί γι' αυτόν. Χωρίς να προσπαθούμε να επιλύσουμε εκ των προτέρων το ζήτημα του ρόλου των επαναστατικών συνδικαλιστικών οργανώσεων στη δεύτερη μέρα της επανάστασης (δηλαδή, εάν αυτά θα είναι οι οργανωτές ολόκληρου του νέου συστήματος παραγωγής ή αν θα μεταβιβάσουν αυτό το ρόλο στα εργατικά συμβούλια ή τις εργοστασιακές επιτροπές), κρίνουμε ότι οι αναρχικοί πρέπει να παίρνουν μέρος στον επαναστατικό συνδικαλισμό ως μια από τις πολλές μορφές του επαναστατικού εργατικού κινήματος. Ωστόσο, το ζήτημα τώρα δεν είναι εάν οι αναρχικοί πρέπει ή όχι να παίξουν κάποιο ρόλο στον επαναστατικό συνδικαλισμό, αλλά, μάλλον, πώς και ποιος θα πρέπει να είναι ο σκοπός αυτής της συμμετοχής. Θεωρούμε ολόκληρη την περίοδο μέχρι σήμερα, όταν οι αναρχικοί αποτελούσαν μέρος του επαναστατικού συνδικαλιστικού κινήματος ως μεμονωμένοι εργάτες και προπαγανδιστές, ως μια περίοδο κατά την οποία οι σχέσεις μας με το βιομηχανικό εργατικό κίνημα ήταν ερασιτεχνικές.
Ο αναρχοσυνδικαλισμός, ο οποίος προσπαθεί να εισάγει σταθερά τις αναρχικές ιδέες στην αριστερά του επαναστατικού συνδικαλισμού διαμέσου της δημιουργίας αναρχικού τύπου συνδικάτων, αντιπροσωπεύει μεν ένα βήμα μπροστά, αλλά δεν πηγαίνει πιο πέρα από τις ερασιτεχνικές αυτές μεθόδους. Κι αυτό γιατί ο αναρχοσυνδικαλισμός δεν συνδέει απαραίτητα την προσπάθεια «αναρχοποίησης» του συνδικαλιστικού κινήματος με την οργάνωση των αναρχικών που οργανώνονται έξω από το κίνημα αυτό. Μόνο με τη δημιουργία ενός τέτοιου συνδέσμου θα καταστεί δυνατό να «αναρχοποιηθεί» ο επαναστατικός συνδικαλισμός για να αποφευχθεί κάθε ολίσθημα προς τον οπορτουνισμό.
Θεωρούμε τον επαναστατικό συνδικαλισμό μόνο ένα συνδικαλιστικό κίνημα εργατών χωρίς συγκεκριμένη κοινωνική και πολιτική θεωρία και γι’ αυτό ανίκανο να επιλύσει από μόνο του το κοινωνικό ζήτημα, όπως γνώμη μας είναι ότι τα καθήκοντα των αναρχικών στις γραμμές του κινήματος αυτού συνίστανται στην ανάπτυξη των αναρχικών ιδεών στο εσωτερικό του και οδηγώντας το προς μια αναρχική κατεύθυνση, έτσι που να το μετατρέψουμε σε έναν ενεργό στρατό της κοινωνικής επανάστασης. Είναι απαραίτητο να θυμόμαστε ότι αν η αναρχική θεωρία δεν υποστηρίξει τον συνδικαλισμό, τότε αυτός θα αναγκαστεί να βασισθεί στην ιδεολογία κάποιου κρατιστικού πολιτικού κόμματος.
Ένα ξεκάθαρο παράδειγμα αποτελεί ο γαλλικός συνδικαλισμός, ο οποίος κάποτε είχε ενστερνισθεί αναρχικά συνθήματα και αναρχικές τακτικές, πριν πέσει στην κυριαρχία των κομμουνιστών και, κυρίως, στους ακροδεξιούς οπορτουνιστές σοσιαλιστές. Αλλά το καθήκον των αναρχικών που βρίσκονται στις γραμμές του επαναστατικού εργατικού κινήματος πρέπει να εκπληρωθεί εάν οι προσπάθειές τους είναι στενά συνδεδεμένες και συντονισμένες με τη δραστηριότητα των αναρχικών οργανώσεων έξω από τα συνδικάτα. Με άλλα λόγια, πρέπει να εισέλθουμε στο επαναστατικό συνδικαλιστικό κίνημα ως μια οργανωμένη δύναμη, υπόλογοι προς τη γενική αναρχική οργάνωση για την όλη δουλειά μας μέσα στα συνδικάτα και δεχόμενοι καθοδήγηση από την οργάνωση αυτή. Χωρίς να αυτοπεριοριζόμαστε αυστηρά στα αναρχικά συνδικάτα, πρέπει να χρησιμοποιήσουμε τη θεωρητική μας επιρροή στον επαναστατικό συνδικαλισμό ως σύνολο και σε όλες του τις μορφές (οι Βιομηχανικοί Εργάτες του Κόσμου, τα ρωσικά συνδικάτα κ.λπ). Αλλά μπορούμε να το πετύχουμε αυτό μόνο με το να εργαστούμε ως αυστηρά οργανωμένη αναρχική συλλογικότητα και, οπωσδήποτε, ποτέ σε μικρές ερασιτεχνικές ομάδες χωρίς οργανωτικούς δεσμούς και χωρίς κοινή θεωρητική βάση.
Ομάδες αναρχικών στους χώρους εργασίας εργαζόμενες για τη δημιουργία αναρχικών συνδικάτων, αγωνιζόμενες μέσα στα επαναστατικά συνδικάτα για την πρωτοκαθεδρία των αναρχικών ιδεών στο συνδικαλισμό και τη θεωρητική του κατεύθυνση, και η δραστηριότητά τους έχοντας άμεση σχέση και καθοδηγούμενες οι ίδιες από τη γενική αναρχική οργάνωση στην οποία ανήκουν, αυτή είναι η σπουδαιότητα των σχέσεων μεταξύ αναρχικών και επαναστατικών συνδικαλιστικών κινημάτων (και η μορφή που πρέπει να πάρει).

ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΟΣ ΤΟΜΕΑΣ
ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΗΣ ΠΡΩΤΗΣ ΜΕΡΑΣ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ

Το θεμελιώδες αντικείμενο του εργατικού κινήματος και του αγώνα του είναι η δημιουργία, διαμέσου της επανάστασης, μιας ελεύθερης και εξισωτικής αναρχοκομμουνιστικής κοινωνίας με βάση την αρχή «από τον καθένα σύμφωνα με τις ικανότητές του στον καθένα σύμφωνα με τις ανάγκες του».
Ωστόσο, μια τέτοια κοινωνία στην τέλεια μορφή της δεν πρόκειται να έλθει από μόνη της, παρά μόνο με την σκληρή δουλειά μιας ριζοσπαστικής κοινωνικής αλλαγής. Η πραγματοποίησή της απαιτεί μια περισσότερο ή λιγότερο παρατεταμένη κοινωνική επαναστατική διαδικασία, σχεδιασμένη από τις οργανωμένες δυνάμεις της νικηφόρας εργασίας και σε ένα καθορισμένο μονοπάτι. Το καθήκον μας είναι να δείξουμε αυτό το μονοπάτι εδώ και τώρα, ώστε να καθορίσουμε τα θετικά, πρακτικά προβλήματα που θα αντιμετωπίσουν οι εργάτες από την πρώτη μέρα της κοινωνικής επανάστασης. Ολόκληρη η τύχη της κοινωνικής επανάστασης θα εξαρτηθεί από τη σωστή επίλυση αυτών των προβλημάτων.
Είναι πέραν αμφιβολίας ότι η οικοδόμηση μιας νέας κοινωνίας θα καταστεί δυνατή μόνο αφού οι εργάτες θα θριαμβεύσουν σε βάρος του παρόντος αστικού-καπιταλιστικού συστήματος και των αντιπροσωπευτικών του θεσμών. Η οικοδόμηση της νέας οικονομίας και των νέων κοινωνικών σχέσεων είναι αδύνατον να αρχίσει μέχρι που η εξουσία του Κράτους, υπεραμυνόμενη του καθεστώτος της σκλαβιάς, δεν θα έχει συντριφτεί, μέχρι την ώρα που οι βιομηχανικοί εργάτες και οι αγρότες έχουν αναλάβει τη βιομηχανική και αγροτική παραγωγή της χώρας διαμέσου της επανάστασης.
Αναπόφευκτα, το πρώτιστο καθήκον της κοινωνικής επανάστασης είναι να συντρίψει τον κρατικό μηχανισμό του καπιταλιστικού συστήματος, να απογυμνώσει την μπουρζουαζία και, πιο γενικά, όλα τα κοινωνικά προνομιούχα στοιχεία της εξουσίας της, και επιβάλλοντας οικουμενικά τη θέληση των εξεγερμένων εργατών όπως αυτό εκφράζεται από τις θεμελιώδεις αρχές της κοινωνικής επανάστασης. Αυτή η καταστροφική και πολεμική πλευρά της επανάστασης μπορεί να ξεκαθαρίσει το δρόμο για τα θετικά καθήκοντα, τα οποία αποτελούν το αληθινό νόημα και την ουσία της κοινωνικής επανάστασης.
Αυτά τα καθήκοντα είναι τα ακόλουθα:
- Να βρεθεί μια αναρχική λύση του προβλήματος της (βιομηχανικής) παραγωγής της χώρας. Να επιλυθεί το αγροτικό ζήτημα κατά παρόμοιο τρόπο.
- Η λύση του προβλήματος της κατανάλωσης (παροχή τροφίμων).
Παραγωγή:
Έχοντας κατά νου ότι η βιομηχανία της χώρας είναι το αποτέλεσμα των προσπαθειών αρκετών γενεών εργατών και ότι τα ποικίλα τμήματα της βιομηχανίας είναι στενά συνδεδεμένα μεταξύ τους, αντιμετωπίζουμε όλη την παραγωγή ως σύνολο, ως ένα μεγάλο εργαστήριο παραγωγών, το οποίο ανήκει συνολικά σε όλους μαζί τους εργάτες ως σύνολο και σε κανέναν συγκεκριμένα.
Ο παραγωγικός μηχανισμός της χώρας είναι ένα σύνολο και ανήκει σ’ ολόκληρη την εργατική τάξη. Αυτό καθορίζει το χαρακτήρα και τη μορφή του νέου συστήματος παραγωγής. Επίσης, προορίζεται να είναι ένα σύνολο, με την έννοια ότι τα προϊόντα αυτά που θα παράγονται από τους παραγωγούς θα ανήκουν σε όλους. Τα προϊόντα αυτά, οποιουδήποτε είδους κι αν είναι, θα αντιπροσωπεύουν το γενικό απόθεμα για τους εργάτες από το οποίο κάθε συμμετέχων στο νέο σύστημα παραγωγής θα λαμβάνει οτιδήποτε χρειάζεται σε ίση βάση με τον καθένα. Το νέο σύστημα παραγωγής θα υποσκελίσει τη μισθωτή σκλαβιά και την εκμετάλλευση σε όλες τους τις μορφές και θα εγκαθιδρύσει στη θέση τους την αρχή της συντροφικής συνεργασίας ανάμεσα στους εργάτες.
Η μεσαία τάξη, η οποία στη σύγχρονη καπιταλιστική κοινωνία εξασκεί μεταπρατικές λειτουργίες (εμπόριο κλπ.), καθώς επίσης και η μπουρζουαζία, πρέπει να πάρουν μέρος στο νέο σύστημα παραγωγής. υπό τις ίδιες συνθήκες όπως όλοι οι εργάτες. Αλλιώς, οι τάξεις αυτές θέτουν εαυτές εκτός εργαζόμενης κοινωνίας.
Δεν θα υπάρχουν αφεντικά ούτε επιχειρηματίες, ιδιοκτήτες ή κρατικοί ιδιοκτήτες (όπως συμβαίνει σήμερα στο μπολσεβίκικο Κράτος). Στο νέο αυτό σύστημα παραγωγής, οι λειτουργίες της όλης οργάνωσης θα μεταβιβαστούν σε ειδικά συγκροτημένα όργανα, σχηματοποιημένα γι’ αυτό τον σκοπό από τους εργάτες, δηλαδή εργατικά συμβούλια, εργοστασιακές επιτροπές ή εργατικές διαχειριστικές επιτροπές εργοστασίων και φυτειών. Τα όργανα αυτά, που θα διασυνδέονται το ένα με το άλλο σε επίπεδο Δήμου, περιφέρειας και εθνικό επίπεδο, θα σχηματίσουν τους θεσμούς διαχείρισης και εφαρμογής της παραγωγής σε δημοτικό, περιφερειακό και, μετά από αυτά, γενικό (ομοσπονδιακό) επίπεδο. Δημιουργημένα από τις μάζες και πάντα κάτω από την επιστασία και τον έλεγχό τους, τα όργανα αυτά θα ανανεώνονται συνεχώς, πραγματοποιώντας έτσι την ιδέα της αυθεντικής αυτοδιεύθυνσης των μαζών.
Η ενοποιημένη παραγωγή, στην οποία τα μέσα παραγωγής και τα παραγόμενα προϊόντα ανήκουν σε όλους, με τη μισθωτή σκλαβιά να έχει αντικατασταθεί από την αρχή της συντροφικής συνεργασίας και με την ισότητα των δικαιωμάτων για όλους τους παραγωγούς τετελεσμένο γεγονός, η παραγωγή η διαχειριζόμενη από τα όργανα της εργατικής διεύθυνσης, εκλεγμένα από τις μάζες, αποτελεί το πρώτο πρακτικό βήμα στο δρόμο για την πραγματοποίηση του αναρχικού κομμουνισμού.
Κατανάλωση:
Το πρόβλημα της κατανάλωσης θα εγερθεί κατά τη διάρκεια της επανάστασης ως διπλό ζήτημα: Πρώτον, το πρόβλημα της δημιουργίας πηγών για παροχή τροφίμων. Δεύτερον, το πρόβλημα της διανομής αυτών των τροφίμων.
Όσον αφορά τη διανομή τροφίμων, η λύση εξαρτάται, κατά πρώτο λόγο, από την ποσότητα των διαθέσιμων προϊόντων, από το πρόβλημα της σκοπιμότητας κ.λπ..
Αντιμετωπίζοντας την ανοικοδόμηση ολόκληρης της δημιουργημένης κοινωνικής τάξης, η κοινωνική επανάσταση αναλαμβάνει να αντιμετωπίσει τις πρωταρχικές αναγκαιότητες του καθένα. Η μόνη εξαίρεση θα είναι αυτοί που δεν εργάζονται, αυτοί που αρνούνται να πάρουν μέρος στο νέο σύστημα παραγωγής για αντεπαναστατικούς λόγους. Αλλά, γενικά μιλώντας, και με την εξαίρεση αυτής της τελευταίας κατηγορίας ανθρώπων, όλες οι ανάγκες ολόκληρου του πληθυσμού στις περιοχές όπου έχει κηρυχθεί η κοινωνική επανάσταση θα ικανοποιηθούν διαμέσου των γενικών αποθεμάτων τροφίμων. Σε περίπτωση ανεπάρκειας προϊόντων τα ήδη υπάρχοντα χωρίζονται ανάλογα με τη μεγαλύτερη ανάγκη, με προτεραιότητα στα παιδιά, στους άρρωστους και στις οικογένειες των εργατών.
Ένα δυσκολότερο πρόβλημα είναι αυτό της οργάνωσης των γενικών αποθεμάτων τροφίμων της επανάστασης. Χωρίς αμφιβολία, από τις πρώτες μέρες της επανάστασης, οι πόλεις θα επηρεαστούν από ελλείψεις σε μερικά από τα βασικά χρειαζούμενα του πληθυσμού. Την ίδια στιγμή, οι αγρότες θα έχουν αφθονία παραγωγής, την οποία όμως δεν θα διαθέτει η πόλη.
Για τους αναρχικούς, δεν υπάρχει αμφιβολία όσον αφορά την αλληλοβοήθεια μεταξύ των εργατών της πόλης και των εργατών γης στην επαρχία. Οι αναρχικοί πιστεύουν ότι η κοινωνική επανάσταση δεν μπορεί να είναι δυνατή παρά μόνο διαμέσου των συντονισμένων προσπαθειών ανάμεσα στους εργάτες και τους αγρότες. Συνεπώς, η λύση στο πρόβλημα της κατανάλωσης στην επανάσταση θα είναι δυνατή μόνο διαμέσου της στενής επαναστατικής συνεργασίας ανάμεσα στις δύο αυτές τάξεις εργατών.
Για να δημιουργηθεί η συνεργασία αυτή, η εργατική τάξη των πόλεων, έχοντας πάρει την παραγωγή στα χέρια της, πρέπει να προνοήσει αμέσως για τις βασικές ανάγκες αυτών στην επαρχία και να μοχθήσει ώστε να τους προμηθεύσει τα καθημερινά καταναλωτικά αγαθά καθώς και τα μέσα και τα εργαλεία για συλλογική καλλιέργεια της γης. Χειρονομίες αλληλεγγύης από τους εργάτες των πόλεων για την ικανοποίηση των αναγκών των αγροτών θα εκμαιεύσει από αυτούς σε ανταπόδοση την ίδια μεταχείριση και οι αγρότες θα προμηθεύσουν τις πόλεις με την παραγωγή τους, συγκεκριμένα τροφίμων.
Οι γενικές εργατικές και αγροτικές συνεργατικές θα είναι τα πρωταρχικά όργανα εξασφάλισης τροφίμων και ικανοποίησης των οικονομικών αναγκών της πόλης και της υπαίθρου. Αργότερα, εξαιτίας της υπευθυνότητας για μια πιο σημαντική και μόνιμη σειρά καθηκόντων, ειδικά για την προμήθεια οτιδήποτε θεωρείται ση για την υποστήριξη και ανάπτυξη της οικονομικής και κοινωνικής ζωής των εργατών και αγροτών, οι συνεργατικές αυτές θα μεταμορφωθούν σε μόνιμα όργανα διάθεσης σε πόλεις και επαρχία.
Αυτή η λύση στο πρόβλημα της διάθεσης τροφίμων θα επιτρέψει στο προλεταριάτο να δημιουργήσει μια μόνιμη υπηρεσία εφοδιασμού που θα έχει ευνοϊκό και αποφασιστικό αποτέλεσμα στην όλη έκβαση του νέου συστήματος παραγωγής.
Η γη:
Για την επίλυση του αγροτικού ζητήματος θεωρούμε τους εργάτες γης - οι οποίοι δεν εκμεταλλεύονται την εργασία των άλλων – καθώς και το μισθωτό αγροτικό προλεταριάτο τις πρωταρχικές επαναστατικές δημιουργικές δυνάμεις Η αποστολή τους θα είναι να φέρουν σε πέρας τη νέα αναδιανομή της γης με σκοπό η χρήση και η εκμετάλλευσή της να γίνεται πάνω σε κομμουνιστικές αρχές.
Όπως με τη βιομηχανία, έτσι και η γη, εκμεταλλευόμενη και καλλιεργούμενη από γενεές εργαζομένων, είναι το προϊόν της συλλογικής τους εργασίας. Ανήκει, επίσης, σε όλο τον εργαζόμενο κόσμο ως σύνολο και σε κανέναν συγκεκριμένα. Καθώς είναι η κοινή και αναπαλλοτρίωτη ιδιοκτησία των εργαζομένων, η γη δεν μπορεί να είναι αντικείμενο ούτε αγοράς ούτε πώλησης. Ούτε μπορεί να ενοικιαστεί από τον έναν στον άλλον ούτε να αποτελέσει αντικείμενο εκμετάλλευσης της εργασίας του ενός από τον άλλον.
Η γη αποτελεί, επίσης, ένα είδος λαϊκού και κοινωνικού εργαστηρίου, όπου ο κόσμος παράγει από κοινού τα μέσα για να ζήσει. Αλλά είναι το είδος του εργαστηρίου εκείνου όπου, ως αποτέλεσμα συγκεκριμένων ιστορικών συγκυριών, κάθε εργαζόμενος (αγρότης) έχει συνηθίσει να εκτελεί την εργασία αυτή μόνος, διαθέτοντας τα προϊόντα του ανεξάρτητα από άλλους παραγωγούς. Ενώ στη βιομηχανία η συλλογική (κομμουνιστική) μορφή εργασίας είναι ζωτικά απαραίτητη και ο μόνος δυνατός τρόπος, στη γεωργία της εποχής μας, δεν είναι ο ατομικός τρόπος εργασίας. Συνεπώς, όταν η γη και τα μέσα εκμετάλλευσής της αποκτηθούν από τους αγρότες, με καμία πιθανότητα πώλησης ή ενοικίασής τους, το ζήτημα του πώς θα χρησιμοποιηθεί και του τι θα καλλιεργηθεί ( στο επίπεδο της κομμούνας ή της οικογένειας) δεν θα επιλυθεί ολοκληρωτικά και οριστικά με μιας, όπως θα γίνει με τη βιομηχανία. Για να γίνει μια αρχή, μάλλον θα πρέπει να καταφύγουμε στις δύο αυτές μεθόδους.
Η ύστατη μορφή της μίσθωσης και χρήσης της γης θα καθορισθεί από την ίδια τη επαναστατημένη αγροτιά. Δεν μπορεί να υπάρχει εξωτερική πίεση στο ζήτημα αυτό. Ωστόσο, από τη στιγμή που θεωρούμε ότι μόνο μια κομμουνιστική κοινωνία, στο όνομα της οποίας θα γίνει η κοινωνική επανάσταση, μπορεί να απελευθερώσει τους εργαζομένους από τη σκλαβιά και την εκμετάλλευση παρέχοντάς τους ολοκληρωτική ελευθερία και ισότητα, από τη στιγμή που οι αγρότες αποτελούν την τεράστια πλειοψηφία του λαού (σχεδόν 85% στη Ρωσία) το αγροτικό σύστημα που θα υιοθετηθεί από τους αγρότες θα είναι αποφασιστικός παράγοντας που θα καθορίσει την τύχη της επανάστασης. Και τέλος, από τη στιγμή που μια ιδιωτική επιχείρηση στη γεωργία, όπως και μια ιδιωτική επιχείρηση στη βιομηχανία, οδηγεί το εμπόριο στη συσσώρευση της ιδιωτικής ιδιοκτησίας και στην επαναφορά του κεφαλαίου, είναι υπευθυνότητά μας εδώ και τώρα να κάνουμε οτιδήποτε δυνατόν ώστε να διευκολύνουμε την επίλυση του αγροτικού ζητήματος με έναν συλλογικό τρόπο.
Γι’ αυτό τον σκοπό, θα πρέπει να αρχίσουμε μια εντατική προπαγάνδα ανάμεσα στους αγρότες υπέρ της κομμουνιστική; χρήσης και της κομμουνιστικής καλλιέργειας της γης. Η δημιουργία ενός ειδικού αγροτικού συνδικάτου (ή ένωσης) με αναρχική προοπτική θα διευκόλυνε αφάνταστα αυτό το καθήκον.
Με βάση αυτή την εκτίμηση, η τεχνική πρόοδος έχει τεράστια σπουδαιότητα στη διευκόλυνση της ανάπτυξης της γεωργίας και, παρομοίως, την επίτευξη του κομμουνισμού στις πόλεις, πάνω απ’ όλα στη βιομηχανία. Εάν, στις σχέσεις τους με τους αγρότες, οι βιομηχανικοί εργάτες δράσουν όχι ως ξεχωριστές ομάδες, αλλά ως μια τεράστια κομμουνιστική συλλογικότητα, αγκαλιάζοντας κάθε κλάδο της παραγωγής, εάν αυτοί έχουν το μυαλό τους στις ζωτικές ανάγκες της επαρχίας και προμηθεύουν κάθε χωριό με προϊόντα καθημερινής χρήσης, εργαλεία και μηχανές για τη συλλογική καλλιέργεια της γης, τότε αυτό αναμφίβολα θα στρέψει τους αγρότες προς τον κομμουνισμό στη γεωργία.
Η υπεράσπιση της επανάστασης:
Το ζήτημα της υπεράσπισης της επανάστασης είναι, επίσης, ένα από τα προβλήματα της «πρώτης μέρας». Βασικά, το δυναμικότερο μέσο για την υπεράσπιση της επανάστασης είναι η επιτυχής αντιμετώπιση των προκλήσεων που θα αντιμετωπίσει, δηλαδή τα προβλήματα της παραγωγής, της κατανάλωσης και της γης. Από τη στιγμή που τα προβλήματα αυτά έχουν επιλυθεί σωστά καμιά αντεπαναστατική δύναμη δεν θα είναι ικανή να σταματήσει ή να διαταράξει την ελεύθερη κοινωνία των εργατών. Παρ’ όλα αυτά, οι εργάτες θα πρέπει να διεξάγουν έναν σκληρό αγώνα ενάντια στους εχθρούς της επανάστασης για να διαφυλάξουν τη φυσική της ύπαρξη. Η κοινωνική επανάσταση, η οποία απειλεί τους προνομιούχους και τις μη εργαζόμενες τάξεις της παρούσας κοινωνίας, θα προκαλέσει αναπόφευκτα την αγωνιώδη αντίσταση αυτών των τάξεων, η οποία θα πάρει τη μορφή ενός άγριου εμφυλίου πολέμου.
Όπως έχει δείξει η ρωσική εμπειρία, ένας τέτοιος εμφύλιος πόλεμος δεν θα διαρκέσει μερικούς μήνες, αλλά ίσως αρκετά χρόνια. Όσο επιτυχή είναι τα πρώτα βήματα των εργαζομένων στην αρχή της επανάστασης, οι κυρίαρχες τάξεις θα εξακολουθούν να διαθέτουν τεράστιες ικανότητες αντίστασης για αρκετό διάστημα. Για αρκετά χρόνια, θα παρεμβάλουν διάφορα εμπόδια στην επανάσταση, προσπαθώντας να επανακτήσουν την εξουσία και τα προνόμια που απολάμβαναν.
Ένας μεγάλος και καλά εξοπλισμένος στρατός, υποστηριζόμενος από ειδικούς της στρατιωτικής στρατηγικής και κεφάλαια, όλα αυτά θα ριχτούν ενάντια στους νικηφόρους εργάτες.
Εάν οι εργάτες θέλουν να διατηρήσουν της κατακτήσεις της επανάστασης, θα πρέπει να δημιουργήσουν όργανα υπεράσπισής της, συγκροτώντας μια μάχιμη αγωνιστική δύναμη με το καθήκον να εναντιωθεί στις σφοδρές επιθέσεις της αντίδρασης. Στις πρώτες μέρες της επανάστασης, αυτή η μάχιμη δύναμη θα δημιουργηθεί από όλους τους οπλισμένους εργάτες και αγρότες. Αλλά η προσωρινά οπλισμένη αυτή δύναμη θα είναι άξια ύπαρξης μόνο κατά τις πρώτες μέρες, πριν κορυφωθεί ο εμφύλιος πόλεμος και οι δύο ανταγωνιζόμενες τάξεις δημιουργήσουν κανονικές στρατιωτικές δυνάμεις. Η πιο κρίσιμη στιγμή της κοινωνικής επανάστασης δεν είναι αυτή της ανατροπής της εξουσίας, αλλά η στιγμή που ακολουθεί, όταν οι δυνάμεις του ηττημένου καθεστώτος εξαπολύουν γενική αντεπίθεση ενάντια στους εργαζόμενους, όταν οι κατακτήσεις που έχουν αποκτηθεί πρέπει να περιφρουρηθούν.
Η φύση αυτής της επίθεσης, ο οπλισμός που χρησιμοποιείται και η όλη πορεία του εμφυλίου πολέμου, θα απαιτήσουν από τους εργάτες την δημιουργία ειδικών επαναστατικών στρατιωτικών σωμάτων. Η φύση και οι θεμελιώδεις αρχές αυτών των σωμάτων πρέπει να αποφασίζονται προκαταβολικά. Αρνούμενοι κρατιστικές και εξουσιαστικές μεθόδους ελέγχου του πληθυσμού, αρνούμαστε επίσης και την κρατική μέθοδο οργάνωσης των εργατικών στρατιωτικών δυνάμεων, δηλαδή αρνούμαστε την αρχή του να βασιστεί ένας στρατός σε υποχρεωτική στρατιωτική θητεία. Η αρχή του εθελοντισμού βρίσκεται σε συμφωνία με τις βασικές αρχές του αναρχισμού που πρέπει να αποτελούν τη βάση των εργατικών στρατιωτικών σωμάτων. Τα αποσπάσματα των εξεγερμένων εργατών και αγροτών κατά τη διάρκεια της ρωσικής επανάστασης, μπορούν να χρησιμεύσουν ως το παράδειγμα τέτοιων μηχανισμών. Αλλά η εθελοντική επαναστατική υπηρεσία και η αντάρτικη δράση δεν πρέπει να ειδωθούν με τη στενή τους έννοια, δηλαδή ως ο αγώνας των εργατικών και αγροτικών δυνάμεων ενάντια σε έναν τοπικό εχθρό, χωρίς συντονισμό και ένα γενικό σχέδιο επιχειρήσεων, δρώντας το κάθε τμήμα με τη δική του πρωτοβουλία. Όταν αναπτυχθούν ολοκληρωτικά, η αντάρτικη δράση και οι παρόμοιες τακτικές πρέπει να καθοδηγούνται από μια κοινή στρατιωτική και επαναστατική στρατηγική.
Όπως σε κάθε άλλο πόλεμο, ο εμφύλιος πόλεμος δεν μπορεί να διεξαχθεί από τους εργαζόμενους με επιτυχία, παρά μόνο εάν μπουν σε εφαρμογή δύο θεμελιώδεις, για ολόκληρη την στρατιωτική επιχείρηση, αρχές: ενότητα των επιχειρησιακών σχεδίων και ενότητα κοινής διοίκησης. Η πιο κρίσιμη στιγμή της επανάστασης θα είναι όταν η αστική τάξη επιτεθεί ενάντιά της ως οργανωμένη δύναμη, μια κρίσιμη στιγμή που θα υποχρεώσει τους εργαζόμενους να υιοθετήσουν αυτή τη στρατιωτική στρατηγική. Γι΄ αυτό, όσον αφορά τις αναγκαιότητες της στρατιωτικής στρατηγικής της αντεπανάστασης, οι ένοπλες δυνάμεις της επανάστασης θα συγχωνευθούν αναπόφευκτα με έναν κοινό επαναστατικό στρατό με μια κοινή διοίκηση και κοινό επιχειρησιακό σχέδιο.
Ο στρατός αυτός θα συγκροτηθεί στις ακόλουθες βασικές αρχές:
τον ταξικό χαρακτήρα του στρατού, την εθελοντική στρατιωτική υπηρεσία (ο εξαναγκασμός θα εξαφανιστεί ολοκληρωτικά για την υπόθεση υπεράσπισης της επανάστασης), την επαναστατική αυτοπειθαρχία (η εθελοντική στρατιωτική υπηρεσία και η επαναστατική αυτοπειθαρχία είναι αλληλοσυμπληρωματικές με κάθε τρόπο και κάνουν τον επαναστατικό στρατό ψυχολογικά δυνατότερο από κάθε άλλον κρατικό στρατό), τη συνολική υπαγωγή του επαναστατικού στρατού στις μάζες των εργατών και αγροτών όπως αυτές εκπροσωπούνται από τις εργατικές και αγροτικές οργανώσεις σε όλη τη χώρα, οι οποίες θα δημιουργηθούν από τις μάζες τη στιγμή της επανάστασης και στις οποίες θα ανατεθεί το καθήκον της επίβλεψης της οικονομικής και κοινωνικής ζωής της χώρας.
Με άλλα λόγια, το όργανο της υπεράσπισης της επανάστασης, το οποίο είναι υπεύθυνο για τον αγώνα ενάντια στην αντεπανάσταση και στα ανοιχτά στρατιωτικά πεδία καθώς και στα εσωτερικά μέτωπα του εμφυλίου πολέμου (αστικές συνωμοσίες, προετοιμασίες για αντεπαναστατική δράση κ.λπ.), θα είναι εντελώς κάτω από τον πλήρη έλεγχο των παραγωγικών οργανώσεων των εργατών και αγροτών, θα είναι υπόλογο σε αυτές και κάτω από τις πολιτικές του κατευθύνσεις.
Σημείωση: Ενώ ο επαναστατικός στρατός θα πρέπει από αναγκαιότητα να είναι συγκροτημένος σε συμφωνία με τις αναρχικές αρχές, αυτό δεν πρέπει να θεωρείται θέμα αρχής.
Δεν είναι παρά η συνέπεια της στρατιωτικής στρατηγικής στην επανάσταση, ένα στρατηγικό μέτρο το οποίο θα πρέπει να πάρουν αναπόφευκτα οι εργαζόμενοι στη διαδικασία του εμφυλίου πολέμου. Αλλά αυτό το μέτρο θα πρέπει να προσελκύσει τώρα την προσοχή μας. Πρέπει να μελετηθεί αρκετά προσεκτικά ακόμα και τώρα, ώστε να αποφύγουμε κάθε ανεπανόρθωτη οπισθοδρόμηση για την προστασία και υπεράσπιση της επανάστασης, γιατί οι οπισθοδρομήσεις τη στιγμή του εμφυλίου πολέμου μπορούν να αποβούν θανάσιμες για ολόκληρη την κοινωνική επανάσταση.

ΟΡΓΑΝΩΤΙΚΟ ΜΕΡΟΣ
ΟΙ ΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΑΝΑΡΧΙΚΉΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ

Οι γενικές, εποικοδομητικές θέσεις όπως εκφράστηκαν παραπάνω, αποτελούν την οργανωτική πλατφόρμα των επαναστατικών δυνάμεων του αναρχισμού.
Αυτή η πλατφόρμα οικοδομήθηκε γύρω από μια ειδική θεωρητική και τακτική προοπτική. Είναι το μίνιμουμ γύρω από το οποίο πρέπει να συγκεντρωθούν.
Το καθήκον της πλατφόρμας είναι να συγκεντρώσει γύρω της όλα τα υγιή στοιχεία του αναρχικού κινήματος σε μια γενική, ενεργή και συνεχώς δραστηριοποιούμενη οργάνωση, τη Γενική Ένωση Αναρχικών. Όλοι οι ενεργοί αγωνιστές του αναρχισμού πρέπει να κατευθυνθούν προς τη δημιουργία της οργάνωσης αυτής. Οι βασικές οργανωτικές αρχές της Γενικής Ένωσης Αναρχικών είναι οι ακόλουθες:
1) Ενότητα στη θεωρία
Η θεωρία είναι η δύναμη εκείνη που κατευθύνει τη δραστηριότητα των ατόμων και των οργανώσεων διαμέσου συγκεκριμένων δρόμων προς συγκεκριμένους στόχους. Φυσιολογικά, πρέπει να είναι κοινή σε όλα τα άτομα και τις οργανώσεις που γίνονται μέλη της Γενικής Ένωσης. Η δραστηριότητα της Γενικής Αναρχικής Ένωσης, συνολική και επιμέρους, πρέπει να βρίσκεται σε αγαστή συμφωνία με τις θεωρητικές αρχές που επαγγέλλονται από την ίδια.
2) Τακτική ενότητα ή συλλογική μέθοδος δράσης
Οι μέθοδοι τακτικής που ασκούνται από άτομα ή ομάδες μέσα στην Ένωση, πρέπει, παρομοίως, να είναι ενωτικές, σε αυστηρή συμφωνία η μια με την άλλη καθώς και με την συνολική θεώρηση και την τακτική της Ένωσης.
Έχοντας μια γενική (κοινή) τακτική γραμμή στο κίνημα, είναι θέμα αποφασιστικής σπουδαιότητας για την ύπαρξη της οργάνωσης και ολόκληρου του κινήματος: αποτρέπει το κομφούζιο την ύπαρξης πολλών αλληλοαντιμαχόμενων τακτικών και συγκεντρώνει όλες τις δυνάμεις του κινήματος δίνοντάς τους μια κοινή κατεύθυνση που οδηγεί σε ένα συγκεκριμένο αντικείμενο δράσης.
3) Συλλογική υπευθυνότητα
Η πρακτική του να δρούμε με βάση την προσωπική υπευθυνότητα του καθένα θα πρέπει να αποκρουσθεί με κατηγορηματικό τρόπο και να υπάρξει άρνησή της στις γραμμές του αναρχικού κινήματος.
Οι τομείς της επαναστατικής, κοινωνικής και πολιτικής ζωής είναι βαθύτατα συλλογικοί από τη φύση τους. Η δημόσια επαναστατική δραστηριότητα στους τομείς αυτούς δεν μπορεί να βασιστεί στην προσωπική υπευθυνότητα μεμονωμένων αγωνιστών. Το εκτελεστικό όργανο του γενικότερου αναρχικού κινήματος, η Αναρχική Ένωση, υιοθετεί μια αποφασιστική στάση ενάντια στην τακτική του ανεύθυνου ατομικισμού και εισάγει την αρχή της συλλογικής υπευθυνότητας στις γραμμές της: ολόκληρη η Ένωση θα είναι υπόλογη για την επαναστατική και πολιτική δραστηριότητα κάθε μέλους της ένωσης και, παρομοίως, κάθε μέλος θα είναι υπόλογο για την πολιτική και επαναστατική δραστηριότητα της Ένωσης ως συνόλου.
4) Ομοσπονδιοποίηση
Ο αναρχισμός έχει πάντα αρνηθεί τη συγκεντρωτική οργάνωση τόσο στην κοινωνική ζωή των μαζών όσο και στο χώρο της πολιτικής τους δράσης. Το σύστημα του συγκεντρωτισμού βασίζεται στο πνίξιμο του πνεύματος της κριτικής, της πρωτοβουλίας και της ανεξαρτησίας κάθε ατόμου καθώς και στην τυφλή υποταγή των μαζών στο «κέντρο». Τα φυσικά και αναπόφευκτα αποτελέσματα αυτού του συστήματος είναι η σκλαβιά και η μηχανοποίηση τόσο της κοινωνικής ζωής όσο και της ζωής των πολιτικών κομμάτων.
Σε αντίθεση με το συγκεντρωτισμό, ο αναρχισμός έχει πάντα υποστηρίξει και αμυνθεί υπέρ της αρχής της ομοσπονδιοποίησης, η οποία συνδυάζει την ανεξαρτησία του ατόμου ή της οργάνωσης με την πρωτοβουλία και την υπηρεσία τους στην κοινή υπόθεση. Συνδυάζοντας την ιδέα της ανεξαρτησίας και της πληρότητας των δικαιωμάτων του κάθε ατόμου με τις κοινωνικές ανάγκες και τις ικανότητες, η ομοσπονδιοποίηση ανοίγει το δρόμο σε κάθε ωφέλιμη εκδήλωση των ικανοτήτων του κάθε ατόμου. Αλλά αρκετά συχνά η ομοσπονδιακή αρχή έχει παραμορφωθεί στις αναρχικές γραμμές, τόσο συχνά έχει υιοθετηθεί ως μέσο το δικαίωμα της επίδειξης του εγωισμού του ενός και έχουν παραμεληθεί οι υποχρεώσεις του ενός όσον αφορά την οργάνωση.
Αυτή η παραμόρφωση προκάλεσε μεγάλη αποδιοργάνωση στο εσωτερικό του κινήματός μας στο παρελθόν και είναι καιρός να θέσουμε ένα τέρμα σ’ αυτό μια για πάντα.
Ομοσπονδιοποίηση σημαίνει ελεύθερη συμφωνία ατόμων και ολόκληρων οργανώσεων να εργαστούν συλλογικά για την επίτευξη ενός κοινού στόχου.
Τώρα, κάθε τέτοια συμφωνία και κάθε ομοσπονδιακή ένωση βασισμένη σε αυτή θα γίνει πραγματικότητα (παρά κάτι που υπάρχει μόνοι στα χαρτιά) μόνο εάν εκπληρωθούν οι απαιτούμενες συνθήκες κατά τις οποίες όλοι οι συμμετέχοντες στη συμφωνία και την ένωση εκπληρώσουν ολοκληρωτικά τις ήδη ανειλημμένες υποχρεώσεις τους και συμμορφωθούν με τις κοινές αποφάσεις.
Σε κάθε κοινωνικό σχέδιο και, βέβαια, σ’ αυτό με την ομοσπονδιακή βάση πάνω στην οποία έχει αυτό οικοδομηθεί, δεν θα μπορούν να υπάρχουν δικαιώματα χωρίς υπευθυνότητες, όπως και δεν μπορούν να υπάρχουν αποφάσεις χωρίς αυτές να τίθενται σε άμεση εφαρμογή. Αυτό είναι απαράδεκτο σε μια αναρχική οργάνωση, η οποία έχει αναλάβει να εκπληρώσει όλες τις υποχρεώσεις της που έχουν σχέση με τους εργάτες και την κοινωνική τους επανάσταση.
Συνεπώς, ο ομοσπονδιακός τύπος αναρχικής οργάνωσης, ο οποίος αναγνωρίζει το δικαίωμα κάθε μέλους της οργάνωσης στην ανεξαρτησία, την ελευθερία γνώμης, την ατομική πρωτοβουλία και την ατομική πρωτοβουλία, αναθέτει σε κάθε μέλος συγκεκριμένες οργανωτικές υποχρεώσεις καθώς και την εφαρμογή των κοινά ειλημμένων αποφάσεων.
Μόνο με αυτό τον τρόπο έρχεται στη ζωή η ομοσπονδιακή αρχή και η αναρχική οργάνωση λειτουργεί κανονικά και κινείται προς την υλοποίηση των στόχων που έχει βάλει.
Η ιδέα της Γενικής Ένωσης Αναρχικών εγείρει το ζήτημα του συντονισμού των δραστηριοτήτων όλων των δυνάμεων του αναρχικού κινήματος.
Κάθε οργάνωση που είναι μέλος της Ένωσης αντιπροσωπεύει έναν ζωτικό πυρήνα που αποτελεί μέρος του συνολικού αυτού οργανισμού. Κάθε πυρήνας θα έχει τη δική του γραμματεία για διευκολύνει τις δραστηριότητές του και να παρέχει θεωρητική και πολιτική καθοδήγηση. Για το συντονισμό των δραστηριοτήτων όλων των οργανώσεων-μελών της Ένωσης, θα δημιουργηθεί ένα ειδικό όργανο με τη μορφή Εκτελεστικής Επιτροπής της Ένωσης. Η επιτροπή αυτή θα επιτελεί τις ακόλουθες λειτουργίες: την εφαρμογή των αποφάσεων που πάρθηκαν και ανατέθηκαν στην Ένωση, τη θεωρητική και οργανωτική επίβλεψη της δράσης των μεμονωμένων οργανώσεων, τη διατήρηση της συνολικής θεωρητικής και τακτικής γραμμής της Ένωσης, την παρακολούθηση της γενικής κατάστασης του κινήματος και τη διατήρηση των λειτουργικών οργανωτικών δεσμών ανάμεσα σε όλες τις οργανώσεις-μέλη της Ένωσης καθώς και τους δεσμούς με άλλες οργανώσεις. Τα δικαιώματα, οι υπευθυνότητες και τα πρακτικά καθήκοντα της Εκτελεστικής Επιτροπής θα καθοριστούν στο Συνέδριο της Γενικής Ένωσης.
Η Γενική Ένωση Αναρχικών έχει έναν συγκεκριμένο και καλά καθορισμένο στόχο. Στο όνομα της επιτυχίας της κοινωνικής επανάστασης πρέπει, πάνω από όλα, να επιλέξει για να την πλαισιώσουν τα περισσότερο κριτικά και επαναστατικά στοιχεία ανάμεσα στους εργάτες και αγρότες.
Ως οργάνωση που προωθεί την κοινωνική επανάσταση και παραπέρα (και ακόμα μια αντιεξουσιαστική οργάνωση) η οποία στοχεύει στην άμεση καταστροφή της ταξικής κοινωνίας, η Γενική Ένωση Αναρχικών, εξαρτάται, παρομοίως, από τις δύο θεμελιώδεις τάξεις της παρούσας κοινωνίας - τους εργάτες και τους αγρότες - και κατά τον ίδιο τρόπο διευκολύνει την επιδίωξη της χειραφέτησης και των δύο αυτών τάξεων. Όσον αφορά τις επαναστατικές εργατικές οργανώσεις των πόλεων, η Γενική Ένωση Αναρχικών θα πρέπει να αφιερώσει όλες τις προσπάθειές της στο να καταστεί ο μπροστάρης και ο θεωρητικός τους οδηγός. Η Γενική Ένωση Αναρχικών θέτει τα ίδια καθήκοντα με αυτά των εκμεταλλευόμενων αγροτικών μαζών και εξυπηρετεί ως η βάση, ασκώντας τον ίδιο ρόλο με αυτό στα επαναστατικά συνδικάτα της εργατικής τάξης των πόλεων, η Ένωση θα πρέπει να καταβάλει προσπάθειες για την ανάπτυξη ενός δικτύου επαναστατικών αγροτικών οικονομικών οργανώσεων, και κάτι περισσότερο από αυτό, μιας συγκεκριμένης Αγροτικής Ένωσης βασισμένης σε αντιεξουσιαστικές αρχές.
Γεννημένη μέσα στις μάζες του εργαζόμενου λαού, η Γενική Ένωση Αναρχικών πρέπει να πάρει μέρος σε όλες τις εκδηλώσεις της ζωής των μαζών αυτών, φέρνοντας πάντα και παντού στο προσκήνιο το πνεύμα της οργάνωσης, της επιμονής, της μαχητικότητας και της θέλησης σε στάση επίθεσης.
Μόνο με αυτό τον τρόπο μπορεί να εκπληρώσει τον ρόλο της, τη θεωρητική και ιστορική της αποστολή στην κοινωνική επανάσταση των εργατών και στο να γίνει το οργανωτικό πλεονέκτημα στη διαδικασία της χειραφέτησής τους.

* Αναθεώρηση της ελληνικής μετάφρασης «ούτε θεός-ούτε αφέντης», Σεπτέμβρης 2007.